Παρασκευή 5 Δεκεμβρίου 2008

Η απαλλοτρίωση - Μαλατέστα


Η απαλλοτρίωση
Για να εκλείψει οριστικά η καταπίεση, χωρίς να υπάρχει κανένας κίνδυνος επανεμφάνισης της, πρέπει όλοι οι άνθρωποι να πεισθούν για το δικαίωμα τους επί των μέσων παραγωγής και να είναι προετοιμασμένοι να ασκήσουν αυτό το βασικό δικαίωμα, απαλλοτριώνοντας τους γαιοκτήμονες, τους βιομηχάνους και τους χρηματιστές και θέτοντας όλο τον κοινωνικό πλούτο στην διάθεση του λαού.
Στην Τέραμο σε μια συγκέντρωση αγροτών, ο τοπικός γραμματέας των συνδικάτων, ο πρόεδρος του σοσια­λιστικού συνεταιρισμού και δύο σοσιαλιστές βουλευτές έλεγαν στους αγρότες: «Να είστε έτοιμοι. Όταν οι ηγέτες σας πουν να απεργήσετε, φύγετε από τα χωράφια, και αν, από την άλλη, σας πουν να μαζέψετε μόνο το μερίδιο σας από την σοδειά, υπακούστε τους και αφήστε το υπόλοιπο αμάζευτο.» Αυτή είναι η συμβουλή των καλών ρεφορμιστών.

Διότι είναι γεγονός ότι όταν χάνεται η σοδειά, μπορεί κανείς ευκολότερα να πει στους ανθρώπους ότι η επανάσταση δεν μπορεί να γίνει, επειδή θα πεθάνουν από την πείνα. Πότε αυτοί οι κακοί ποιμένες θα αποφασίσουν να πουν στους αγρότες: «μαζέψτε όλη την σοδειά και μη δώσετε τίποτε στα αφεντικά, μετά προετοιμάστε την γη και σπείρετε την για την επόμενη χρονιά, με την απόλυτη βεβαιότητα ότι τα αφεντικά δεν πρέπει να ξαναπάρουν ποτέ τίποτε»; Εάν θέλουμε να αλλάξουμε ριζικά και όχι απλώς επιφανειακά το σύστημα, θα χρειασθεί να καταστρέψουμε εκ των πραγμάτων τον καπιταλισμό, απαλλοτριώνοντας εκείνους οι οποίοι τώρα ελέγχουν όλο τον κοινωνικό πλούτο, και ξεκινώντας αμέσως να οργανώνουμε, σε τοπική βάση και χωρίς να χρησιμοποιούμε τις νόμιμες οδούς, μια νέα κοινωνική ζωή. Πράγμα που σημαίνει ότι για να δημιουργήσουμε την «κοινωνική δημοκρατία», θα πρέπει προηγουμένως να εγκαθιδρύσουμε .. .την Αναρχία!

Μια από τις βασικές αρχές του αναρχισμού είναι η κατάργηση του μονοπωλίου επί της γης, των πρώτων υλών ή των μέσων παραγωγής, και συνεπώς η κατάργηση της εκμετάλλευσης της εργασίας των άλλων από εκείνους που κατέχουν τα μέσα παραγωγής. Η ιδιοποίηση της εργασίας των άλλων, όλων εκείνων των πραγμάτων τα οποία επιτρέπουν σε έναν άνθρωπο να ζει χωρίς να συνεισφέρει το μερίδιο του στην κοινωνία, αποτελεί, από αναρχική και σοσιαλιστική άποψη, κλοπή. Οι γαιοκτήμονες, οι καπιταλιστές, με βία και ατιμία έχουν καταληστέψει τον λαό από την γη και όλα τα μέσα παραγωγής, συνέπεια δε αυτής της αρχικής κλοπής είναι ότι μπορούν να αποσπούν καθημερινά από τους εργάτες το προϊόν της εργασίας τους- Ωστόσο υπήρξαν τυχεροί κλέφτες, έχουν γίνει ισχυροί, έχουν θεσπίσει νόμους για να νομιμοποιήσουν την θέση τους και έχουν οργανώσει ένα ολόκληρο σύστημα καταστολής για να υπερασπίσουν τον εαυτό τους, τόσο από τις απαιτήσεις των εργατών όσο και από εκείνους που θα ήθελαν να τους αντικαταστήσουν, χρησιμοποιώντας τα ίδια μέσα. Τώρα η κλοπή των πρώτων ονομάζεται ιδιοκτησία, εμπόριο, βιομηχανία κ.ο.κ-, ενώ ο όρος ληστές στην καθομιλουμένη επιφυλάσσεται για εκείνους οι οποίοι θα ήθελαν να ακολουθήσουν το παράδειγμα των καπιταλιστών αλλά, έχοντας έλθει πολύ αργά και σε αντίξοες περιστάσεις, δεν μπορούν να κάνουν κάτι τέτοιο χωρίς να στραφούν εναντίον του νόμου.

Ωστόσο, τα διαφορετικά ονόματα με τα οποία συνήθως αναφέρονται, δεν μπορούν να απαλείψουν την ηθική και κοινωνική ταυτότητα των δυο θέσεων. Ο καπιταλιστής είναι ένας κλέφτης ο οποίος πέτυχε, χάρη στις δικές του προσπάθειες ή εκείνες των προγόνων του· ο κοινός κλέφτης είναι ένας επίδοξος καπιταλιστής ο οποίος απλώς προσδοκά να γίνει τέτοιος πραγματικά, να ζει, χωρίς να εργάζεται, από την «μπάζα» του, δηλαδή από την εργασία των άλλων. Ως εχθροί των καπιταλιστών, δεν μπορούμε να τρέφουμε συμπάθεια για τον κλέφτη που φιλοδοξεί να γίνει καπιταλιστής. Όντας θιασώτες της απαλλοτρίωσης από τον λαό προς όφελος όλων, δεν μπορούμε ως αναρχικοί να σχετιζόμαστε με ενέργειες οι οποίες απλώς αποσκοπούν στην μεταφορά πλούτου από τα χέρια του ενός αφεντικού στα χέρια ενός άλλου, Βεβαίως, αναφέρομαι στον επαγγελματία κλέφτη, το άτομο που δεν θέλει να εργάζεται και αναζητά τα μέσα για να ζει παρασιτικά από την εργασία των άλλων. Το ζήτημα είναι εντελώς διαφορετικό όταν ένας άνθρωπος, στον οποίο στερούν τα μέσα εργασίας, κλέβει προκειμένου αυτός ή τα μέλη της οικογένειας του να μην πεθάνουν από την πείνα. Σε αυτήν την περίπτωση, η κλοπή (αν μπορεί να ονομασθεί έτσι) είναι μια εξέγερση κατά της κοινωνικής αδικίας και μπορεί να αποβεί το ιερότερο δικαίωμα και το επιτακτικότερο καθήκον...Είναι αλήθεια ότι ο επαγγελματίας κλέφτης είναι και αυτός θύμα του κοινωνικού περιβάλλοντος. Το παράδείγμα που δίδουν οι ανώτεροι του, το μορφωτικό του υπόβαθρο, και οι απεχθείς συνθήκες μέσα στις οποίες πολλοί άνθρωποι είναι υποχρεωμένοι να εργάζονται, εύκολα εξηγούν τον λόγο για τον οποίο ορισμένοι άνθρωποι που δεν είναι ηθικά καλύτεροι από τους συγχρόνους τους, βρισκόμενοι μπροστά στην επιλογή να είναι εκμεταλλευτές ή υποκείμενοι στην εκμετάλλευση, επιλέγουν να είναι το πρώτο και επιδιώκουν να γίνουν εκμεταλλευτές με όποιο μέσο μπορούν. Όμως αυτά τα ελαφρυντικά θα μπορούσαν να ισχύουν εξίσου και για τους καπιταλιστές, αλλά κάνοντας κανείς κάτι τέτοιο απλώς καταδεικνύει σαφέστερα την βασική ταυτότητα των δύο επαγγελμάτων. Εφ' όσον οι αναρχικές ιδέες δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να ωθήσουν τους ανθρώπους να γίνουν καπιταλιστές, δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν ούτε για να κάνουν τους ανθρώπους κλέφτες. Αντιθέτως, προσφέροντας στους δυσαρεστημένους ανθρώπους ιδέες για μια καλύτερη ζωή και την ελπίδα για μια γενική χειραφέτηση, οι αναρχικές ιδέες υποστηρίζουν, αν μη τι άλλο, την παραίτηση από κάθε νόμιμη ή παράνομη πράξη, η οποία ενθαρρύνει την προσαρμογή στο καπιταλιστικό σύστημα και τείνει να το διαιωνίζει. Παρ' όλα αυτά, το κοινωνικό περιβάλλον είναι τόσο ισχυρό και οι ατομικές ιδιοσυγκρασίες τόσο διαφορετικές, ώστε δεν υπάρχει κανένας λόγος για να μη γίνουν κλέφτες κάποιοι αναρχικοί, όπως ακριβώς υπάρχουν κάποιοι που γίνονται επιχειρηματίες ή βιομήχανοι· αλλά, εν προκειμένω, τόσο οι μεν όσο και οι δε, ενεργούν έτσι, όχι εξ αιτίας κάποιων αναρχικών ιδεών αλλά ενάντια σε αυτές.


Oι αναρχικοί και η ηθική


Oι αναρχικοί και η ηθική


Ο αριθμός αυτών που δηλώνουν αναρχικοί σήμερα είναι τόσο μεγάλος, και κάτω από το όνομα αναρχία κρύβονται θεωρίες τόσο διαφορετικές και αντιφατικές, ώστε θα είχαμε πραγματικά άδικο αν τα χάναμε όταν το κοινό, που δεν είναι εξοικειωμένο με τις ιδέες μας, που δεν μπορεί να ξεχωρίσει αμέσως τις μεγάλες διαφορές που κρύβονται κάτω από την ίδια τη λέξη, μένει αδιάφορο στη προπαγάνδα μας και μας περιφρονεί.Δεν μπορούμε φυσικά να εμποδίσουμε τους άλλους να χρησιμοποιούν όποιο όνομα θέλουν όσο για το να σταματήσουμε εμείς να λεγόμαστε αναρχικοί αυτό δεν θα βοηθούσε σε τίποτα, γιατί ο κόσμος θα πίστευε απλούστατα ότι αλλάξαμε απόψεις.Αυτό που όλο και όλο μπορούμε και πρέπει να κάνουμε, είναι να διαχωρίζουμε ξεκάθαρα τη θέση μας από όσους έχουν διαφορετική αντίληψη για την αναρχία και από όσους, αν και έχουν τις ίδιες θεωρητικές απόψεις με μας, βγάζουν από αυτές πρακτικά συμπεράσματα διαφορετικά από τα δικά μας. Ο διαχωρισμός της θέσης μας πρέπει να είναι αποτέλεσμα μιας ξεκάθαρης έκθεσης των ιδεών μας και της ειλικρινούς και αδιάκοπης επανάληψης των απόψεων μας για όλα τα γεγονότα που έρχονται σε αντίθεση με τις ιδέες και την ηθική μας, χωρίς να έχουμε στο μυαλό μας την υπεράσπιση κάποιου συγκεκριμένου προσώπου ή χώρου. Γιατί αυτή η δήθεν αλληλεγγύη ανάμεσα σε ανθρώπους που δεν ανήκουν και δεν θα μπορούσαν να ανήκουν στον ίδιο χώρο, υπήρξε ακριβώς ένα από τα βασικά αίτια της σύγχυσης.Έχουμε φτάσει στο σημείο πολλοί να εξυμνούν στους συντρόφους τα ίδια πράγματα που καταδικάζουν στους αστούς, και φαίνεται ότι το μοναδικό τους κριτήριο για το αν μια πράξη είναι καλή ή κακή, είναι το αν αυτός που την έκανε δηλώνει αναρχικός ή όχι. Πολλά σφάλματα έχουν φέρει τους μεν στο σημείο να αντιφάσκει ανοιχτά η πρακτική τους με τις αρχές που διακηρύσσουν θεωρητικά, και τους δε να ανέχονται τέτοιες αντιφάσεις. Παρόμοια πολλοί λόγοι έχουν φέρει κοντά μας ανθρώπους που στο βάθος αδιαφορούν για την αναρχία και για όλα ξεπερνούν τα στενά τους ατομικά συμφέροντα. Δεν μπορώ να εξαντλήσω εδώ μια μεθοδική και εξαντλητική μελέτη όλων αυτών των σφαλμάτων, θα αρκεστώ να μιλήσω για αυτά που με έχουν εντυπωσιάσει περισσότερο.Ας μιλήσουμε για την ηθική.Δεν είναι σπάνιο να συναντάμε αναρχικούς που αρνούνται την ηθική. Στην αρχή λένε απλώς ότι σαν θεωρητική άποψη δεν παραδέχονται καμία απόλυτη, αιώνια και αμετακίνητη ηθική, και στην πράξη επαναστατούν εναντίον της αστικής ηθικής, που επιδοκιμάζει την εκμετάλλευση των μαζών και καταφέρεται εναντίον όλων των πράξεων που βλάπτουν ή απειλούν τα συμφέροντα των προνομιούχων. Έπειτα σιγά σιγά όπως συμβαίνει σε τόσες και τόσες περιπτώσεις παίρνουν το σχήμα του λόγου για επακριβή έκφραση της αλήθειας. Λησμονούν ότι στην τωρινή ηθική πλάι στους κανόνες που προβάλουν οι παπάδες και τα αφεντιά για να κατοχυρώσουν τη κυριαρχία τους βρίσκονται και άλλοι ,περισσότεροι και ουσιαστικότεροι που χωρίς αυτούς θα ήταν αδύνατη κάθε κοινωνική συμβίωση. Λησμονούν ότι το να επαναστατείς εναντίον κάθε κανόνα που επιβάλλεται με τη βία δεν σημαίνει καθόλου ότι πρέπει να μην έχεις κανένα συναίσθημα υποχρέωσης και καμία ντροπή απέναντι στους άλλους. Λησμονούν ότι για να καταπολεμήσεις σωστά μια ηθική πρέπει να τις αντιπαραθέσεις, τόσο στη θεωρία όσο και στη πράξη μια ηθική ανώτερη .Και καταλήγουν με τη βοήθεια της ιδιοσυγκρασίας τους να και των περιστάσεων να γίνουν ανήθικοι με όλη τη σημασία της λέξεως, άνθρωποι χωρίς κανόνες συμπεριφοράς, χωρίς κριτήριο που να καθοδηγεί τις πράξεις τους, που υποκύπτουν παθητικά στη παρόρμηση της στιγμής. Σήμερα στερούνται το ψωμί τους για να βοηθήσουν ένα σύντροφο αύριο θα σκοτώσουν έναν άνθρωπο για να πάνε στις πουτάνες.Η ηθική είναι το σύνολο των κανόνων συμπεριφοράς που θεώρει καλό κάποιος άνθρωπος. Μπορεί να βρίσκει κανείς κακή την κρατούσα ηθική μιας συγκεκριμένης εποχής μιας χώρας ή μιας κοινωνίας και πράγματι η αστική ηθική είναι κάτι παραπάνω από κακή, όμως δεν μπορούμε να διανοηθούμε μια κοινωνία χωρίς καμία ηθική ούτε ένα συνειδητό άνθρωπο χωρίς κανένα κριτήριο για το τι είναι καλό και κακό για τον εαυτό του και τους άλλους.Όταν χτυπάμε την τωρινή κοινωνία, αντιπαραθέτουμε στην ατομιστική αστική ηθική την ηθική της αλληλεγγύης ,και προσπαθούμε να εγκαθιδρύσουμε θεσμούς που ανταποκρίνονται στο πως εμείς κάνουμε τις σχέσεις ανάμεσα στους ανθρώπους. Αν δεν κάναμε αυτό το πράγμα πως θα μπορούσαμε να βρούμε ότι τα αφεντικά εκμεταλλεύονται το λαό;Μια άλλη απαράδεκτη άποψη που μερικοί την υποστηρίζουν ειλικρινά και άλλοι την χρησιμοποιούν σα δικαιολογία είναι ότι το σημερινό κοινωνικό περιββάλον δε σου επιτρέπει να είσαι ηθικός και ότι κατά συνέπεια μάταια πασχίζεις όταν οι προσπάθειες σου είναι εκ των προτέρων καταδικασμένες σε αποτυχία το καλύτερο είναι να εκμεταλλευόμαστε όσο μπορούμε τις περιστάσεις προς όφελος μας και να μη νοιαζόμαστε για τους άλλους θα αλλάξουμε ζωή όταν αλλάξει η οργάνωση της κοινωνίας. Βέβαια κάθε αναρχικός καταλαβαίνει σήμερα ότι η αδυσώπητη οικονομική κατάσταση επιβάλει στον άνθρωπο να παλεύει εναντίων των άλλων ανθρώπων και βλέπει σα καλός παρατηρητής πόσο ανίσχυρη είναι η προσωπική επανάσταση ενάντια στο πανίσχυρο κοινωνικό περιβάλλον. Ένα όμως είναι εξίσου αληθινό, ότι χωρίς την προσωπική επανάσταση και χωρίς την συνεργασία με άλλους ανθρώπους επαναστατημένους με σκοπό την αντίσταση στη δύναμη του κοινωνικού περιβάλλοντος και στην προσπάθεια για μετασχηματισμό του, αυτό το κοινωνικό περιβάλλον δεν θα άλλαζε ποτέ.Είμαστε όλοι χωρίς εξαίρεση υποχρεωμένοι να ζούμε λίγο πολύ σε αντίθεση με τις ιδέες μας είμαστε όμως αναρχικοί ακριβώς στο μέτρο που βασανιζόμαστε από αυτή την αντίθεση και προσπαθούμε όσο είναι δυνατόν να τη μικρύνουμε. Τη μέρα που δεν θα προσαρμοζόμασταν στο περιβάλλον, δε θα είχαμε πια τη λαχτάρα να το μετασχηματίσουμε και θα γινόμασταν και εμείς αστοί.
ΑΦΡΑΓΚΟΙ ΙΣΩΣ ΑΛΛΑ ΟΧΙ ΛΙΓΟΤΕΡΟ ΑΣΤΟΙ ΣΤΑ ΕΡΓΑ ΚΑΙ ΣΤΙΣ ΕΠΙΔΙΩΞΕΙΣ ΜΑΣ.

Η Κατάκτηση του ψωμιού - Κεφάλαιο 17: Αγροκαλλιέργεια


Κεφάλαιο 17: Αγροκαλλιέργεια


Ι


Η Πολιτική Οικονομία συχνά έχει κατηγορηθεί πως εξάγει όλα τα συμπεράσματά της βασιζόμενη σε μιας σαφώς λανθασμένη αρχή, που ορίζει πως το μόνο κίνητρο ικανό να οδηγήσει τον άνθρωπο στην μεγιστοποίηση της παραγωγικής του δύναμης είναι το προσωπικό συμφέρον υπό την στενότερη δυνατή έννοια αυτού.
Αυτή η μομφή είναι απολύτως σωστή. Τόσο σωστή ώστε οι εποχές των μεγάλων βιομηχανικών ανακαλύψεων και της πραγματικής προόδου της βιομηχανίας να είναι ακριβώς εκείνες όπου η ευημερία όλων ήταν το ζητούμενο και όπου το προσωπικό κέρδος ήταν αυτό που περνούσε λιγότερο από το μυαλό των ανθρώπων. Οι μεγάλοι ερευνητές και οι μεγάλοι εφευρέτες στόχευαν, χωρίς αμφιβολία, στην απελευθέρωση της ανθρωπότητας. Και αν οι οποιοιδήποτε Βατ [Watt], Στέφενσον [Stephenson], Τζακάρντ?? [Jacquard] κ.λπ., μπορούσαν να μαντέψουν τι δυστυχία θα επέφεραν οι ξάγρυπνες νύχτες τους στους εργάτες, το πιθανότερο είναι να είχαν κάψει τα σχέδια τους και να είχαν καταστρέψει τις μακέτες τους.
Υπάρχει ακόμα μια αρχή από την οποία διαχέεται η Πολιτική Οικονομία η οποία είναι εξίσου εσφαλμένη. Πρόκειται για την ντε φάκτο παραδοχή, έμφυτη σε όλους τους οικονομολόγους, πως αν και συχνά παρατηρείται να υπάρχει υπερπαραγωγή σε μερικούς τομείς της βιομηχανίας, μια κοινωνία δεν θα κατέχει ποτέ επαρκή προϊόντα ώστε να εξασφαλίσει τις ανάγκες όλων των μελών της, και, ως εκ τούτου δεν θα έρθει ποτέ η μέρα που κανείς δεν θα εξαναγκάζεται να πουλήσει τον κάματό του με αντάλλαγμα ένα μισθό. Αυτή η ντε φάκτο παραδοχή βρίσκεται στη βάση όλων των θεωριών και των αποκαλούμενων "νόμων" που μας διδάσκουν οι οικονομολόγοι.
Κι όμως είναι σίγουρο πως τη μέρα που κάθε πολιτισμένη συλλογικότητα ατόμων αναρωτηθεί, ποιες είναι οι ανάγκες όλων μας, και πώς μπορούμε να καλύψουμε αυτές τις ανάγκες, θα ανακαλύψει πως τόσο στη βιομηχανία όσο και στην αγροκαλλιέργεια, κατέχει ήδη τα μέσα για να υπερκαλύψει όλες τις ανάγκες, υπό την προϋπόθεση ότι γνωρίζει τον τρόπο με τον οποίο θα χρησιμοποιήσει αυτά τα μέσα για να ικανοποιήσει τις πραγματικές της ανάγκες.
Το ότι αυτό αληθεύει κανείς δεν μπορεί να το αμφισβητήσει. Πράγματι, αρκεί να μελετήσει κανείς τη διαδικασία που χρησιμοποιείται αυτή τη στιγμή, για την εξόρυξη γαιάνθρακα και μεταλλευμάτων, για την δημιουργία ατσαλιού και την χρήση του, για την παραγωγή όλων εκείνων που χρειάζονται για την ένδυση, κλπ, στις μεγάλες βιομηχανικές επιχειρήσεις, για να κατανοήσει πλήρως πως μπορούμε να ήδη να τετραπλασιάσουμε την παραγωγή μας και ταυτόχρονα να εξοικονομήσουμε κόπο.
Ας πάμε όμως και ένα βήμα παρακάτω. Διατρανώνουμε πως και οι αγροκαλλιέργειες είναι στην ίδια ακριβώς θέση. Ο εργάτης, όπως και ο βιομήχανος, κατέχει ήδη τα μέσα για να αυξήσει την παραγωγικότητα του, όχι μόνο τέσσερις αλλά δέκα φορές, και θα το κάνει πράξη όταν νιώσει την ανάγκη για κάτι τέτοιο, όταν μια σοσιαλιστική οργάνωση αντικαταστήσει την τωρινή καπιταλιστική.
Κάθε φορά που αναφέρεται κάτι για τη γεωργία, οι άνθρωποι φαντάζονται έναν χωρικό να σκύβει πάνω από το άροτρο, να σκορπίζει στο έδαφος άτακτα μερικούς σπόρους καλαμποκιού και να περιμένει με αγωνία τι θα αποκομίσει από μια καλή ή μια κακή σοδειά. Ή μια οικογένεια να εργάζεται από το πρωί μέχρι το βράδυ και το μόνο που αποκομίζει από αυτό να είναι ένα σκληρό κρεβάτι, ένα ξερό κομμάτι ψωμί και ένα κακής ποιότητας πιοτό. Με λίγα λόγια, φαντάζονται την εικόνα του "άγριου ζώου" της La Bruyère.
Και για αυτούς τους ανθρώπους, που βασανίζονται κατ' αυτόν τον τρόπο, η μέγιστη ανακούφιση που μπορεί να παρέχει η κοινωνία είναι μια μείωση της φορολογίας και του ενοικίου του. Όμως δεν τολμούν να φανταστούν έναν καλλιεργητή να στέκεται όρθιος, να απολαμβάνει ανέσεις και να παράγει με λίγες μόνο ώρες καθημερινής εργασίας αρκετό φαγητό ώστε να θρέψει όχι μόνο την οικογένεια του αλλά και τουλάχιστον εκατό επιπλέον ανθρώπους. Ακόμα και στα πιο τρελλά τους όνειρα για το μέλλον, οι Σοσιαλιστές δεν σκέφτονται τίποτα παραπάνω από τις εκτεταμένες Αμερικανικές καλλιέργειες, οι οποίες μάλιστα δεν αποτελούν τίποτα παραπάνω από τη νηπιακή εποχή της σύγχρονης αγροκαλλιέργειας.
Οι καινοτομίες που εκμεταλλεύεται ο καλλιεργητής σήμερα είναι πολύ πιο εκτεταμένες -- η αντίληψη του κινείται σε πολύ μεγαλύτερη κλίμακα. Απαιτείται ένα μόνο μέρος από ένα στρέμμα για να παράγει τα επαρκή για μια ολόκληρη οικογένεια λαχανικά. Για να θρέψει είκοσι πέντε μεγάλα ζώα δεν χρειάζεται παραπάνω απ’ ό,τι χρειαζόταν μέχρι πρότινος για να θρέψει ένα. Ο στόχος του είναι να είναι σε θέση να φτιάξει το δικό του χώμα, να αγνοήσει τις εποχές και το κλίμα, να θερμάνει τόσο τον αέρα όσο και το έδαφος γύρω από το νεαρό φυτό. Να παράγει, με μία λέξη, σε ένα στρέμμα ό,τι παρήγαγε παλιότερα σε πενήντα και να το πετύχει αυτό χωρίς να κουραστεί παραπάνω -- μειώνοντας ουσιαστικά κατά πολύ τον μέχρι πρότινος απαιτούμενο μόχθο. Γνωρίζει πως είναι σε θέση να θρέψει τον κάθε ένα αφιερώνοντας στο χωράφι όσο χρόνο μπορεί ο καθένας να αφιερώσει με χαρά και ευχαρίστηση.
Αυτή είναι η τωρινή τάση στην αγροκαλλιέργεια.
Καθώς άνθρωποι των επιστημών, οδηγούμενοι από τον Liebig, τον εμπνευστή της χημικής θεωρίας της αγροκαλλιέργειας πολλές φορές παρασύρονταν σε σφάλματα από την αγάπη τους για απλές θεωρίες, αγράμματοι καλλιεργητές άνοιγαν καινούργιους δρόμους προς την ευημερία. Περιβολάρηδες από το Παρίσι, την Τρουά [Troyes], τη Ρουέν [Rouen], Σκωτσέζοι και Άγγλοι κηπουροί, Φλαμανδοί αγρότες, ακτήμονες του Τζέρσεϋ [Jersey] και του Γκέρνσεϋ [Guernsey] καθώς και αγρότες από τη Σικελία άνοιξαν νέους ορίζοντες τόσο ευρείς ώστε ο ανθρώπινος νους διστάζει να τους συλλάβει. Τη στιγμή που μέχρι προσφάτως μια οικογένεια χωρικών χρειαζόταν τουλάχιστον ένα χωράφι εβδομήντα - ογδόντα στρεμμάτων για να επιβιώσει -- και όλοι γνωρίζουμε με πόσο λίγα μπορούν να επιβιώσουν οι χωρικοί αυτοί -- δεν είναι δυνατόν πλέον να υπολογίσουμε την ελάχιστη δυνατή περιοχή πάνω στην οποία μπορούν να καλλιεργηθούν όλα όσα είναι απαραίτητα για μια οικογένεια, συμπεριλαμβανομένων και αρκετών ειδών πολυτελείας, αν το έδαφος δουλευτεί με τις μεθόδους της εντατικής καλλιέργειας.
Δέκα χρόνια νωρίτερα είχε ήδη επιβεβαιωθεί πως ένας πληθυσμός τριάντα εκατομμυρίων ανθρώπων μπορούσε να ζήσει πολύ άνετα, χωρίς να εισάγει τίποτα απολύτως, βασιζόμενος σε αυτά που παρήγαγε η Μεγάλη Βρετανία. Τώρα όμως, τη στιγμή που παρατηρούμε την πρόοδο που έλαβε χώρα προσφάτως στην Γαλλία και στην Αγγλία, τη στιγμή που μπορούμε να ατενίσουμε τους νέους ορίζοντες που ανοίγονται μπροστά μας, μπορούμε με βεβαιότητα να πούμε πως αν η γη συνεχίσει να καλλιεργείται όπως καλλιεργείται σε τόσα μέρη, ακόμα και με φτωχό υπέδαφος, το ενδεχόμενο πενήντα ή εξήντα εκατομμύρια άνθρωποι να κατοικούν σε μια περιοχή σαν τη Μεγάλη Βρετανία δεν είναι παρά ένα ασθενικό ποσοστό σε σχέση με τις πραγματικές δυνατότητες που μας παρέχει αυτή η καλλιέργεια του εδάφους.
Σε κάθε περίπτωση (όπως πρόκειται να αποδείξουμε σε λίγο) μπορούμε να θεωρήσουμε σαν απολύτως αποδεδειγμένο γεγονός ότι αν αύριο το Παρίσι και τα δύο διαμερίσματα της Seine και της Seine-et-Oise οργανώνονταν σαν μια Αναρχική κομμούνα, στην οποία όλοι δούλευαν με τα χέρια τους, ακόμα και αν ολόκληρο το σύμπαν αρνούταν να τους παρέχει έστω και ένα δεμάτι από σιτάρι, έστω και ένα βοοειδές, έστω και ένα καλάθι με φρούτα, ακόμα και αν τους άφηναν μόνο την περιοχή των δύο τμημάτων, ακόμα και τότε θα ήταν σε θέση όχι μόνο να παράγουν το καλαμπόκι, το κρέας και τα λαχανικά που απαιτούνται για την διαβίωση τους, αλλά και είδη πολυτελείας σε επαρκείς για όλους ποσότητες.
Και, επιπροσθέτως, επιβεβαιώνουμε ότι το συνολικό κόστος σε μόχθο για όλα αυτά θα ήταν πολύ μικρότερο από αυτό που ξοδεύεται τώρα για να τραφούν αυτοί οι άνθρωποι με καλαμπόκι από την Auvergne και τη Ρωσία, με λαχανικά που παράγονται οπουδήποτε με τη χρήση της εντατικής καλλιέργειας και με φρούτα που φυτρώνουν στον Νότο.
Είναι προφανές πως σε καμία περίπτωση δεν επιθυμούμε να σταματήσει ολόκληρη η διαδικασία της συναλλαγής, ούτε και απαιτούμε κάθε περιοχή να μοχθεί για να παράγει με λίγο ή πολύ τεχνητούς τρόπους ό,τι φυτρώνει μόνο σε άλλα κλίματα. Επιθυμούμε όμως να στρέψουμε την προσοχή όλων στο γεγονός ότι η θεωρία της συναλλαγής, με τον τρόπο που την καταλαβαίνουμε σήμερα, υλοποιείται σε υπερβολικό βαθμό -- πως η συναλλαγή αυτή συχνά αποδεικνύεται αχρείαστη και ακόμα και επιβλαβής. Επιβεβαιώνουμε επιπλέον, πως οι άνθρωποι δεν είχαν ποτέ μια πλήρη αντίληψη όσον αφορά τον τεράστιο μόχθο των οινοκαλλιεργητών του Νότου, ούτε αυτόν των Ρώσων και των Ούγγρων καλλιεργητών καλαμποκιού, ένας μόχθος που θα μπορούσε να μειωθεί σημαντικά αν υιοθετούσαν την εντατική καλλιέργεια, αντί για το παρόν σύστημα εκτεταμένης αγροκαλλιέργειας.
II
Θα ήταν αδύνατο να αναφέρουμε εδώ το πλήθος των γεγονότων στα οποία βασίζουμε τους ισχυρισμούς μας. Είμαστε άρα υποχρεωμένοι να παραπέμψουμε τους αναγνώστες μας που θέλουν επί πλέον πληροφορίες σε ένα άλλο βιβλίο, το "Αγροί, Εργοστάσια και Εργαστήρια". Πριν απ’ όλα, προσκαλούμε ένθερμα εκείνους που ενδιαφέρονται για αυτό το ζήτημα να διαβάσουν μερικές εξαιρετικές εργασίες που δημοσιεύτηκαν στη Γαλλία και αλλού, έναν κατάλογο των οποίων παραθέτουμε στο τέλος αυτού του βιβλίου [1]. Όσο για τους κατοίκους των μεγάλων πόλεων, που δεν έχουν - μέχρι σήμερα - πραγματικά ιδέα για το τι μπορεί να είναι η γεωργία, τους συμβουλεύουμε να ερευνήσουν τα κοντινά τους περιβόλια και να μελετήσουν την καλλιέργεια. Δεν χρειάζονται τίποτα άλλο από το να παρατηρούν και να ρωτούν τους περιβολάρηδες, και ένας νέος κόσμος θα ανοίξει μπροστά τους. Θα είναι έτσι σε θέση να δουν τι μπορεί να είναι η Ευρωπαϊκή γεωργία στον εικοστό αιώνα• και θα καταλάβουν με τι δύναμη θα οπλιστεί η κοινωνική επανάσταση όταν γνωρίζουμε το μυστικό της λήψης όλων όσων χρειαζόμαστε από το έδαφος.
Λίγα γεγονότα θα αρκέσουν για να δείξουμε ότι οι ισχυρισμοί μας δεν είναι σε καμία περίπτωση υπερβολικοί. Θέλουμε μόνο να προηγηθούν αυτών μερικές γενικές παρατηρήσεις.
Γνωρίζουμε σε τι άθλια κατάσταση βρίσκεται η Ευρωπαϊκή γεωργία. Αν ο καλλιεργητής δεν λεηλατείται από το γαιοκτήμονα, ληστεύεται από το Κράτος. Αν το Κράτος τον φορολογεί συγκρατημένα, ο τοκογλύφος τον υποδουλώνει μέσω συναλλαγματικών, και σύντομα τον μετατρέπει σε απλό κολίγο μιας γης που στην πραγματικότητα ανήκει σε μια οικονομική επιχείρηση. Ο ιδιοκτήτης, το Κράτος, και ο τραπεζίτης λεηλατούν έτσι τον καλλιεργητή μέσω του ενοικίου, των φόρων, και του τόκου. Το ποσό ποικίλλει από χώρα σε χώρα, αλλά δεν πέφτει ποτέ κάτω από το τέταρτο, πολύ συχνά δε, το μισό της ακατέργαστης παραγωγής. Στη Γαλλία, αρκετά πρόσφατα, οι γεωργοί πλήρωσαν στο Κράτος το 44 τοις εκατό της μικτής παραγωγής.
Επιπλέον, το μερίδιο του ιδιοκτήτη και του Κράτους διαρκώς αυξάνεται. Μόλις ο καλλιεργητής αποκτήσει πιο πλούσιες σοδειές από τα θαύματα της εργασίας, των εφευρέσεων, ή πρωτοβουλιών, ο οφειλόμενος φόρος στο γαιοκτήμονα, το Κράτος, και τον τραπεζίτη θα αυξηθεί ανάλογα. Αν διπλασιάσει τον αριθμό των λίτρων που θερίζει ανά στρέμμα, το ενοίκιο θα διπλασιαστεί επομένως και οι φόροι, και το Κράτος θα φροντίσει να τα αυξήσει ακόμα περισσότερο εάν οι τιμές ανεβούν. Και ούτω καθ’ εξής. Με δυο λόγια, παντού ο καλλιεργητής της γης δουλεύει δώδεκα με δέκα έξι ώρες την ημέρα• αυτοί οι τρεις γύπες του παίρνουν κάθε τι που θα μπορούσε να βάλει στην άκρη• τον ληστεύουν παντού από οτιδήποτε θα του επέτρεπε να βελτιώσει την καλλιέργειά του. Να γιατί η γεωργία προοδεύει τόσο αργά.
Ο καλλιεργητής μόνο περιστασιακά μπορεί να σημειώσει κάποια πρόοδο, σε ορισμένες εξαιρετικές περιοχές, κάτω από αρκετά εξαιρετικές περιστάσεις, που ακολουθούν μια φιλονικία μεταξύ των τριών βαμπίρ. Και ακόμη δεν έχουμε πει τίποτα για το φόρο που ο κάθε καλλιεργητής πληρώνει στον βιομήχανο. Κάθε μηχανή, κάθε φτυάρι, κάθε βαρέλι χημικού λιπάσματος, πωλείται σ’ αυτόν τρεις ή τέσσερις φορές πάνω απ’ το πραγματικό κόστος. Και να μη ξεχάσουμε το μεσάζοντα, που εισπράττει τη μερίδα του λέοντος των προϊόντων της γης. Να γιατί, κατά τη διάρκεια αυτού του αιώνα των εφευρέσεων και της προόδου, η γεωργία έχει βελτιωθεί μόνο περιστασιακά σε πολύ περιορισμένες περιοχές. Ευτυχώς έχουν υπάρξει πάντα μικρές οάσεις, που παραμελούνται για κάποιο χρόνο από τους γύπες• και εκεί μαθαίνουμε τι μπορεί να παράγει για την ανθρωπότητα η εντατική γεωργία. Ας αναφέρουμε μερικά παραδείγματα:
Στα Αμερικανικά λιβάδια (τα οποία, ωστόσο, παράγουν πενιχρές συγκομιδές σταριού, από 50 έως 120 λίτρα ανά στρέμμα, και ακόμη και αυτά συχνά καταστρέφονται από περιοδικές ξηρασίες), 500 άτομα, εργαζόμενα μόνο κατά τη διάρκεια οκτώ μηνών, παράγουν την ετήσια τροφή 50.000 ανθρώπων. Με όλες τις βελτιώσεις των τελευταίων χρόνων, η ετήσια εργασία ενός ανθρώπου (300 μέρες) παράγει την ετήσια τροφή 250 ατόμων, μεταφερόμενη ως αλεύρι στο Σικάγο. Εδώ το αποτέλεσμα επιτυγχάνεται με μεγάλη οικονομία στη χειρωνακτική εργασία: σε εκείνες τις απέραντες πεδιάδες, που το μάτι δεν περικλείει, το όργωμα, η συγκομιδή, το αλώνισμα, οργανώνονται με σχεδόν στρατιωτικό τρόπο. Κανένα άχρηστο μπρος πίσω, καθόλου χάσιμο χρόνου - όλα γίνονται με ακρίβεια παρέλασης.
Αυτή είναι η μεγάλης κλίμακας γεωργία - εκτεταμένη γεωργία, η οποία παίρνει το έδαφος από τη φύση χωρίς να επιδιώκει τη βελτίωσή του. Όταν η απόδοση της γης πάσχει, την εγκαταλείπουν• ψάχνουν αλλού για ένα παρθένο έδαφος, για να εξαντληθεί κι αυτό με τη σειρά του. Αλλά υπάρχει επίσης η εντατική γεωργία, η οποία ήδη "δουλεύεται", και θα συνεχίσει όλο και περισσότερο, από μηχανήματα. Ο στόχος της είναι να καλλιεργήσει καλά ένα περιορισμένο κομμάτι, να λιπάνει, να βελτιώσει, να συγκεντρώσει την εργασία, και να πετύχει τη μεγαλύτερη δυνατή σοδειά. Αυτό το είδος καλλιέργειας διαδίδεται κάθε χρόνο, και ενώ οι καλλιεργητές στο νότο της Γαλλίας και στις εύφορες πεδιάδες της Δυτικής Αμερικής είναι ικανοποιημένοι με μια μέση σοδειά 90 με 120 λίτρων ανά στρέμμα με την εκτεταμένη καλλιέργεια, στη βόρεια Γαλλία θερίζουν συνήθως 300 ακόμη και 400, και μερικές φορές 500 λίτρα ανά στρέμμα. Η ετήσια κατανάλωση ενός ατόμου έτσι, λαμβάνεται από λιγότερο από ένα στρέμμα.
Και όσο πιο εντατική είναι η καλλιέργεια τόσο λιγότερη εργασία χρησιμοποιείται για να παραχθεί ένα λίτρο σταριού. Τα μηχανήματα αντικαθιστούν το άτομο στην προκαταρκτική εργασία και στις βελτιώσεις που απαιτούνται από τη γη - όπως η αποξήρανση, το καθάρισμα απ’ τις πέτρες - που θα διπλασιάσουν τις σοδειές στο μέλλον, μια για πάντα. Κάποιες φορές και μόνο το να κρατάς το έδαφος ελεύθερο από ζιζάνια χωρίς λίπανση, επιτρέπει σε ένα μέτριο έδαφος να παράγει εξαιρετικές σοδειές από χρόνο σε χρόνο. Έχει εφαρμοστεί για είκοσι διαδοχικά χρόνια στο Ρόθαμστεντ [Rothamstead], κοντά στο Λονδίνο.
Ας μη γράψουμε ένα ιδανικό γεωργικό αποτέλεσμα, αλλά ας ικανοποιηθούμε με μια συγκομιδή 350 λίτρων ανά στρέμμα. Αυτό δεν χρειάζεται κανένα εξαιρετικό έδαφος, αλλά κυρίως μια ορθολογική καλλιέργεια• και ας δούμε τι σημαίνει αυτό:
Τα 3.600.000 άτομα που κατοικούν στα δύο διαμερίσματα του Seine και Seine-et-Oise καταναλώνουν κάθε χρόνο για τα τρόφιμά τους λίγο λιγότερο από 700 εκατομμύρια λίτρα δημητριακών, κυρίως σιτάρι• και στην υπόθεσή μας, για να πετύχουν αυτή τη σοδειά, θα έπρεπε να καλλιεργήσουν 2.000.000 στρέμματα από τα 6.100.000 που κατέχουν. Είναι φανερό ότι δεν θα τα καλλιεργούσαν με τη τσάπα. Αυτό θα χρειαζόταν πάρα πολύ χρόνο - 24 εργάσιμες ημέρες των 5 ωρών ανά στρέμμα. Θα ήταν προτιμότερο να βελτιώσουν το έδαφος μια και καλή - να αποξηράνουν ότι πρέπει να αποξηρανθεί, να ισοπεδώσουν ότι χρειάζεται ισοπέδωση, να καθαρίσουν το έδαφος από τις πέτρες, θα ήταν ακόμη απαραίτητο να ξοδευτούν 5 εκατομμύρια μέρες των 5 ωρών σε αυτήν την προπαρασκευαστική εργασία - ένας μέσος όρος 2,5 εργάσιμων ημερών για κάθε στρέμμα.
Κατόπιν θα όργωναν με τον ατμοσκαφέα, κάτι το οποίο θα έπαιρνε τα 2/5 μιας μέρας ανά στρέμμα, και θα έδιναν άλλα 2/5 μιας μέρας για να δουλέψουν το διπλό όργωμα. Οι σπόροι θα ταξινομούνταν από τον ατμό αντί της τύχης, και θα σπέρνονταν προσεκτικά στις σειρές αντί να ρίχνονται στους τέσσερις ανέμους. Τώρα όλη αυτή η δουλειά δεν θα έπαιρνε 2,5 ημέρες των 5 ωρών ανά στρέμμα αν η εργασία γινόταν υπό καλές συνθήκες. Αλλά αν 10 εκατομμύρια εργάσιμες ημέρες δίνονταν σε καλή καλλιέργεια κατά τη διάρκεια 3 ή 4 χρόνων, το αποτέλεσμα θα ήταν αργότερα σοδειές 350 με 450 λίτρων ανά στρέμμα δουλεύοντας μόνο τον μισό χρόνο.
Δεκαπέντε εκατομμύρια εργάσιμες μέρες θα έχουν ξοδευτεί έτσι για να δώσουν ψωμί σε έναν πληθυσμό 3.600.000 κατοίκων. Και η δουλειά θα ήταν τέτοια που ο καθένας να μπορεί να την κάνει χωρίς να έχει σιδερένιους μυς, ή χωρίς να έχει δουλέψει τη γη νωρίτερα. Η πρωτοβουλία και η γενική διανομή της δουλειάς θα ερχόταν από εκείνους που ξέρουν το έδαφος. Όσον αφορά την ίδια την εργασία, δεν υπάρχει κανένας κάτοικος πόλης και των δύο φύλων τόσο εξασθενημένος ώστε να είναι ανίκανος να ελέγχει τις μηχανές και να συμβάλει το μερίδιό του στην αγροτική εργασία μετά από μαθητεία λίγων ωρών.
Λοιπόν, όταν συνειδητοποιήσουμε ότι στο σημερινό χάος υπάρχουν, σε μια πόλη όπως το Παρίσι, χωρίς να υπολογίζουμε τους άνεργους της ανώτερης τάξης, περίπου 100.000 άτομα χωρίς δουλειά στις διάφορες επιχειρήσεις τους, βλέπουμε ότι η δύναμη που χάνεται στην σημερινή οργάνωσή μας θα αρκούσε από μόνη της να δώσει, με μια ορθολογική καλλιέργεια, το απαραίτητο ψωμί στα τρία ή τέσσερα εκατομμύρια κατοίκους των δύο διαμερισμάτων.
Επαναλαμβάνουμε, αυτό δεν είναι κανένα υπερβολικό όνειρο, και δεν έχουμε μιλήσει για την αληθινά εντατική γεωργία. Δεν έχουμε στηριχθεί στο στάρι (που πέτυχε σε τρία χρόνια ο M. Hallett) του οποίου ένας κόκκος, ξαναφυτεμένος, παρήγαγε περισσότερους από 10.000 κόκκους, το οποίο θα έδινε το απαραίτητο στάρι για μια οικογένεια πέντε ατόμων σε μια περιοχή 100 τετραγωνικών μέτρων. Αντίθετα, έχουμε αναφέρει μόνο ό,τι έχει ήδη επιτευχθεί από πολυάριθμους αγρότες στη Γαλλία, την Αγγλία, το Βέλγιο, κ.λπ., και τι πρόκειται να γίνει αύριο με την εμπειρία και τη γνώση που αποκτήθηκε ήδη από την εφαρμογή της σε μεγάλη κλίμακα.
Αλλά χωρίς μια επανάσταση, ούτε αύριο, ούτε μετά από το αύριο δεν θα το δούμε να γίνεται, επειδή κάτι τέτοιο δεν βρίσκεται στα ενδιαφέροντα των γαιοκτημόνων και των κεφαλαιοκρατών• και επειδή οι αγρότες που θα έβλεπαν κέρδος από αυτό δεν έχουν ούτε τη γνώση, ούτε τα χρήματα, ούτε το χρόνο να εξασφαλίσουν ό,τι είναι απαραίτητο για να προχωρήσει.
Η παρούσα κοινωνία δεν έχει φτάσει ακόμα σε αυτό το στάδιο. Αλλά αφήστε τους Παριζιάνους να ανακηρύξουν μια Αναρχική Κομμούνα, και θα φτάσουν αναγκαστικά σε αυτό, επειδή δεν θα είναι τόσο ανόητοι ώστε να συνεχίσουν να παράγουν πολυτελή παιχνίδια (κάτι το οποίο η Βιέννη, η Βαρσοβία, και το Βερολίνο ήδη κάνουν) και να διατρέξουν τον κίνδυνο να μείνουν χωρίς ψωμί.
Επιπλέον, η αγροτική δουλειά, με τη βοήθεια των μηχανών, θα γινόταν σύντομα η ελκυστικότερη και η πιο ευχάριστη όλων των επαγγελμάτων.
"Είχαμε αρκετά κοσμήματα και αρκετά κουκλίσια ρούχα", θα λέγανε• "είναι η ώρα για τους εργαζομένους να ανακτήσουν τη δύναμή τους στη γεωργία, να πάνε προς αναζήτηση του σφρίγους, των επιδράσεων της φύσης, της χαράς της ζωής, τα οποία έχουν ξεχάσει στα σκοτεινά εργοστάσια των προαστίων."
Στον Μεσαίωνα ήταν περισσότερο τα Αλπικά βοσκοτόπια, παρά τα όπλα, τα οποία επέτρεψαν στους Ελβετούς να αποτινάξουν τους λόρδους και τους βασιλιάδες. Η σύγχρονη γεωργία θα επιτρέψει σε μια εξεγερμένη πόλη να ελευθερώσει τον εαυτό της από τις συνδυασμένες μπουρζουάδικες δυνάμεις.
III
Είδαμε πώς τα 3½ εκατομμύρια κάτοικοι των δύο διαμερισμάτων γύρω από το Παρίσι θα μπορούσαν να βρουν άφθονο ψωμί καλλιεργώντας μόνο το ένα τρίτο του εδάφους τους. Ας περάσουμε τώρα στην εκτροφή βοοειδών.
Οι Άγγλοι, που τρώνε πολύ κρέας, καταναλώνουν κατά μέσο όρο κάτι λιγότερο από 100 κιλά ανά ενήλικο άτομο κάθε χρόνο. Υποθέτοντας ότι όλο το κρέας που καταναλώθηκε ήταν βοδινό, αυτό μας κάνει κάτι λιγότερο από το ένα τρίτο ενός βοδιού. Ένα βόδι το χρόνο για 5 άτομα (συμπεριλαμβανομένων των παιδιών) είναι ήδη μια ικανοποιητική μερίδα. Για 3½ εκατομμύρια κατοίκους αυτό θα σήμαινε μια ετήσια κατανάλωση 700.000 βοοειδών.
Σήμερα, με το σύστημα της βόσκησης, χρειαζόμαστε τουλάχιστον 20 εκατομμύρια στρέμματα για να θρέψουμε 660.000 βοοειδή. Εντούτοις, με τις πεδιάδες που ποτίζονται μετρημένα από αναβλύζοντα νερά (όπως γίνεται τελευταία σε χιλιάδες στρέμματα στη νοτιοδυτική Γαλλία), 5 εκατομμύρια στρέμματα ήδη αρκούν. Αλλά αν η εντατική καλλιέργεια εφαρμοστεί, και καλλιεργηθούν γογγύλια για ζωοτροφές, χρειαζόμαστε μόνο το ένα τέταρτο αυτής της περιοχής, δηλαδή περίπου 1,25 εκατομμύρια στρέμματα. Και αν καταφύγουμε στο καλαμπόκι και εφαρμόσουμε ensilage (συμπίεση της ζωοτροφής ενώ είναι ακόμη πράσινη) όπως οι Άραβες, παίρνουμε αυτή τη ζωοτροφή σε μια περιοχή 880.000 στρεμμάτων.
Στα περίχωρα του Μιλάνου, όπου το νερό των υπονόμων χρησιμοποιείται για να ποτίσει τους αγρούς, λαμβάνεται ζωοτροφή για 2 με 3 κερασφόρα βοοειδή ανά 4 στρέμματα σε μια περιοχή 90.000 στρεμμάτων• και σε ορισμένους ευνοημένους αγρούς έχουν θεριστεί μέχρι 1,5 τόνο σανού σε ένα στρέμμα, η ετήσια ζωοτροφή 9 γαλακτοφόρων αγελάδων. 30 στρέμματα ανά βοοειδή απαιτούνται στα πλαίσια του συστήματος βόσκησης, και μόνο 10 στρέμματα για 9 βόδια ή αγελάδες στα πλαίσια του νέου συστήματος. Αυτές είναι οι αντιτιθέμενες άκρες στη σύγχρονη γεωργία.
Στο Γκέρνσεϋ, σε ένα σύνολο 40.000 χρησιμοποιούμενων στρεμμάτων, σχεδόν τα μισά (19.000 στρέμματα) καλύπτονται από δημητριακά και λαχανόκηπους• μόνο 21.000 στρέμματα παραμένουν ως λιβάδια. Σε αυτά τα 21.000 στρέμματα, 1.480 άλογα, 7.260 βοοειδή, 900 πρόβατα και 4.200 γουρούνια τρέφονται, κάτι που σημαίνει περισσότερα από 3 βοοειδή ανά 10 στρέμματα, χωρίς να υπολογιστούν τα πρόβατα ή τα γουρούνια. Δεν χρειάζεται να προσθέσουμε ότι η γονιμότητα του εδάφους κατασκευάζεται από φύκια και χημικά λιπάσματα.
Επιστρέφοντας στα 3½ εκατομμύρια κατοίκους που ανήκουν στο Παρίσι και τα περίχωρά του, βλέπουμε ότι η απαραίτητη γη για την εκτροφή των βοοειδών κατεβαίνει από τα 20 εκατομμύρια στρέμματα στα 880.000. Λοιπόν, ας μη σταματήσουμε στα μικρότερα νούμερα, ας πάρουμε εκείνα της συνηθισμένης εντατικής καλλιέργειας• ας προσθέσουμε γενναιόδωρα την απαραίτητη γη για τα μικρότερα βοοειδή που πρέπει να αντικαταστήσουν μερικά από τα κερασφόρα κτήνη και ας αφήσουμε 1.600.000 στρέμματα για την εκτροφή των βοοειδών – 2.000.000 εάν προτιμάτε, στα 4.100.000 στρέμματα που περισσεύουν αφότου έχει εξασφαλιστεί το ψωμί για τους ανθρώπους.
Ας είμαστε γενναιόδωροι και ας δώσουμε 5 εκατομμύρια εργάσιμες μέρες για να φέρουμε τη γη σε μια παραγωγική κατάσταση.
Αφού επομένως έχουμε απασχοληθεί σε μια πορεία ενός έτους 20 εκατομμυρίων εργάσιμων ημερών, οι μισές εκ των οποίων είναι για μόνιμες βελτιώσεις, θα έχουμε εξασφαλίσει το ψωμί και το κρέας μας, χωρίς να συμπεριλάβουμε όλο το πρόσθετο κρέας που μπορεί να έχουμε στη μορφή των πτηνών, των γουρουνιών, των κουνελιών, κ.λπ.• χωρίς να λάβουμε υπόψη ότι ένας πληθυσμός εφοδιασμένος με έξοχα λαχανικά και φρούτα καταναλώνει λιγότερο κρέας από τους Άγγλους, οι οποίοι συμπληρώνουν τις φτωχές τους προμήθειες λαχανικών με ζωικά τρόφιμα. Τώρα, πόσο από τις 20 εκατομμύρια εργάσιμες μέρες 5 ωρών αναλογούν ανά κάτοικο; Στην πραγματικότητα πολύ λίγο. Ένας πληθυσμός 3½ εκατομμυρίων πρέπει να έχει τουλάχιστον 1.200.000 ενήλικους άνδρες, και άλλες τόσες γυναίκες ικανές για δουλειά. Έτσι, λοιπόν, για να παρέχεται ψωμί και κρέας σε όλους, θα χρειαζόταν μόνο 17 μισές ημέρες εργασίας τον χρόνο ανά άτομο. Προσθέστε 3 εκατομμύρια εργάσιμες μέρες, ή διπλασιάστε αυτό το νούμερο αν θέλετε, ώστε να πάρουμε γάλα. Αυτό μας κάνει 25 εργάσιμες μέρες 5 ωρών στο σύνολο - τίποτα περισσότερο από μια μικρή ευχάριστη άσκηση στην εξοχή - για να πάρουμε τα τρία κύρια προϊόντα, το ψωμί, το κρέας και το γάλα. Τα τρία προϊόντα τα οποία, μετά την κατοικία, προκαλούν καθημερινό άγχος στα εννέα δέκατα της ανθρωπότητας.
Και όμως – δεν θα κουραστούμε να το επαναλαμβάνουμε - αυτά δεν είναι υπερβολικά όνειρα. Έχουμε πει μόνο τι έχει αποκομιστεί από την εμπειρία σε μεγάλη κλίμακα. Η γεωργία θα μπορούσε να αναδιοργανωθεί κατ' αυτό τον τρόπο αύριο αν οι νόμοι της ιδιοκτησίας και η γενική άγνοια δεν βρίσκονταν σε αντίθεση.
Την ημέρα που το Παρίσι θα καταλάβει ότι το να ξέρεις τι τρως και πώς αυτό παράγεται είναι ένα ζήτημα δημόσιου συμφέροντος• την ημέρα που ο καθένας θα έχει καταλάβει ότι αυτά τα ζητήματα είναι απείρως σημαντικότερα από όλες τις σημερινές κοινοβουλευτικές διαμάχες - εκείνη την ημέρα η Επανάσταση θα είναι ένα τετελεσμένο γεγονός. Το Παρίσι θα πάρει στην κατοχή του τα δύο διαμερίσματα και θα τα καλλιεργήσει. Και κατόπιν ο Παριζιάνος εργάτης, αφού έχει δουλέψει το ένα τρίτο της ζωής του για να αγοράσει άσχημη και ανεπαρκή τροφή, θα την παράγει ο ίδιος, κάτω από τα τείχη του, μέσα στην περίφραξη των οχυρών του (αν αυτά υπάρχουν ακόμη), σε λίγες ώρες υγιεινής και ελκυστικής εργασίας.
Και τώρα περνάμε στα φρούτα και τα λαχανικά. Ας πάμε έξω από το Παρίσι και ας επισκεφτούμε την εγκατάσταση ενός περιβολάρη που πραγματοποιείται θαυμάσια (αγνοημένος από τους γνωστούς οικονομολόγους) λίγα μίλια από τις ακαδημίες.
Ας υποθέσουμε ότι επισκεπτόμαστε τον Μ. Ponce, συγγραφέα ενός έργου για την λαχανοκομία, ο οποίος δεν κρατάει κανένα μυστικό για αυτά που του αποφέρει η γη και που τα έχει δημοσιεύσει όλα.
Ο Μ. Ponce, και ειδικά οι εργάτες του, δουλεύουν σαν σκλάβοι. Χρησιμοποιεί οχτώ άτομα για να καλλιεργήσουν ένα αγροτεμάχιο 11 στρεμμάτων. Δουλεύουν 12, ακόμη και 15 ώρες ημερησίως, δηλαδή, τρεις φορές περισσότερο απ' όσο χρειάζεται. Εικοσιτέσσερις από αυτούς δεν θα ήταν πολλοί. Κάτι στο οποίο ο Μ. Ponce πιθανότατα θα απαντήσει ότι δεδομένου πως καταβάλλει το φοβερό ποσό των 2.500 φράγκων ετήσιο νοίκι για τα 11 στρέμματα του εδάφους του και 2.500 φράγκα για το λίπασμα που αγοράζεται στα σακιά, είναι υποχρεωμένος να εκμεταλλευτεί. Αναμφίβολα θα απαντήσει, "Εκμεταλλευόμενος ο ίδιος, εκμεταλλεύομαι κι εγώ με τη σειρά μου". Η εγκατάστασή του, επίσης, του έχει κοστίσει 30.000 φράγκα, εκ των οποίων βέβαια περισσότερα από τα μισά πήγαν σαν φόρος στους οκνηρούς βαρώνους της βιομηχανίας. Στην πραγματικότητα, αυτή η οργάνωση αναπαριστά το πολύ πολύ 3.000 εργάσιμες ημέρες, πιθανώς και πολύ λιγότερο.
Αλλά ας εξετάσουμε τις σοδιές του: σχεδόν 10 τόνοι καρότα, σχεδόν 10 τόνοι κρεμμύδια, ραδίκια, και μικρά λαχανικά, 6.000 κεφάλια λάχανο, 3.000 κεφάλια κουνουπίδι, 5.000 καλάθια ντομάτες, 5.000 ντουζίνες διαλεχτών φρούτων, 154.000 σαλάτες• εν ολίγοις, ένα σύνολο 123 τόνων λαχανικών και φρούτων σε 11 στρέμματα - 110 μέτρα μήκος επί 100 μέτρα πλάτος, που μας κάνει περισσότερο από 11 τόνους λαχανικά ανά στρέμμα.
Αλλά ένα άτομο δεν τρώει περισσότερο από 300 κιλά λαχανικών και φρούτων το χρόνο, και 10 στρέμματα ενός περιβολιού παράγουν αρκετά λαχανικά και φρούτα για να προμηθεύσουν πλουσιοπάροχα το τραπέζι 350 ενηλίκων κατά τη διάρκεια του έτους. Συνεπώς 24 άτομα απασχολούμενα έναν ολόκληρο χρόνο στην καλλιέργεια 11 στρεμμάτων εδάφους, και δουλεύοντας μόνο 5 ώρες την ημέρα, θα παρήγαγαν επαρκή λαχανικά και φρούτα για 350 ενηλίκους, το οποίο ισοδυναμεί με τουλάχιστον 500 άτομα.
Για να το πούμε αλλιώς: στην καλλιέργεια που χρησιμοποιεί ο Μ. Ponce - και τα αποτελέσματά του έχουν ήδη ξεπεραστεί - 350 ενήλικες πρέπει να δίνουν ο καθένας κάτι περισσότερο από 100 ώρες τον χρόνο (103) για να παράγουν τα λαχανικά και τα φρούτα που είναι απαραίτητα για 500 ανθρώπους.
Ας σημειώσουμε ότι αυτή η παραγωγή δεν είναι η εξαίρεση. Πραγματοποιείται, κάτω από τους τοίχους του Παρισιού, σε μια περιοχή 9.000 στρεμμάτων, από 5.000 περιβολάρηδες. Μόνο που αυτοί οι περιβολάρηδες σήμερα, υποβιβάζονται σε μια κατάσταση καταπονημένου ζώου, προκειμένου να πληρώσουν ένα μέσο νοίκι 200 φράγκων ανά στρέμμα.
Αλλά αυτά τα γεγονότα, τα οποία μπορούν να ελεγχθούν από τον καθένα, δεν αποδεικνύουν ότι 70.000 στρέμματα (από τα 2.100.000 που μας παραμένουν) θα αρκούσαν για να δώσουν όλα τα απαραίτητα λαχανικά, καθώς επίσης και μια γενναιόδωρη ποσότητα φρούτων στα 3½ εκατομμύρια κατοίκους των δύο διαμερισμάτων μας;
Όσον αφορά την ποσότητα της απαραίτητης εργασίας για την παραγωγή αυτών των φρούτων και λαχανικών, θα ανερχόταν σε 50 εκατομμύρια εργάσιμες μέρες 5 ωρών (50 ημέρες για κάθε αρσενικό ενήλικο), αν μετρήσουμε με τα στάνταρτ εργασίας των περιβολάρηδων. Αλλά θα μπορούσαμε να μειώσουμε αυτό το ποσό αν προσφεύγαμε στη διαδικασία που είναι της μόδας στο Τζέρσεϋ και στο Γκέρνσεϋ. Πρέπει επίσης να θυμηθούμε ότι οι περιβολάρηδες του Παρισιού αναγκάζονται να εργάζονται τόσο σκληρά επειδή κατά βάση παράγουν πρώιμα φρούτα εκτός εποχής, οι υψηλές τιμές των οποίων πρέπει να πληρώσουν τα μυθώδη νοίκια, και ότι αυτό το καλλιεργητικό σύστημα συνεπάγεται περισσότερη δουλειά απ’ όση είναι πραγματικά απαραίτητη. Ότι οι περιβολάρηδες του Παρισιού, μην έχοντας τα μέσα να κάνουν μια μεγάλη δαπάνη στους κήπους τους, είναι υποχρεωμένοι να πληρώσουν βαριά για γυαλί, ξύλο, σίδερο, κάρβουνο, να αποκομίσουν την τεχνητή θερμότητα από το λίπασμα, ενώ θα μπορούσε να υπάρχει με πολύ μικρότερο κόστος σε θερμοκήπια.
IV
Οι περιβολάρηδες, λέμε εμείς, αναγκάζονται να γίνουν μηχανές και να αποποιηθούν όλες τις απολαύσεις της ζωής, για να πετύχουν τις αξιοθαύμαστες σοδειές τους. Αυτοί οι σκαφτιάδες του σκληρού εδάφους, όμως, έχουν προσφέρει μια τεράστια υπηρεσία στην ανθρωπότητα: μας δίδαξαν πως το έδαφος μπορεί να "φτιαχτεί".
Το "φτιάχνουν" με στρώματα κοπριάς που έχουν προηγουμένως προσφέρει την αναγκαία θερμότητα στα νεαρά φυτά και στα πρώιμα φρούτα. Και το παράγουν σε τέτοιες ποσότητες που κάθε χρόνο αναγκάζονται να πουλούν ένα μέρος του• διαφορετικά το επίπεδο των κήπων τους θα ανέβαινε 2 με 3 εκατοστά ετησίως. Το κάνουν τόσο καλά που (όπως μας διδάσκει ο Μπαράλ [Barral] στο λήμμα "λαχανοκόμοι", στο "Λεξικό της Αγροκαλλιέργειας") οι λαχανοκόμοι βάζουν όρο στα πρόσφατα συμβόλαιά τους να πάρουν το έδαφός τους μαζί τους όταν θα φύγουν από το χωράφι που καλλιεργούν. Το παχύ χώμα που μεταφέρεται με άμαξες, μαζί με έπιπλα και κορνίζες, να η απάντηση που οι πρακτικοί καλλιεργητές δίνουν στις περισπούδαστες μελέτες κάποιου Ρικάρντο [Ricardo], ο οποίος παρουσιάζει το ενοίκιο ως μέσον εξίσωσης των φυσικών πλεονεκτημάτων του εδάφους. "Το έδαφος αξίζει όσο αξίζει ο άνθρωπος", αυτό είναι το σύνθημα των κηπουρών.
Κι όμως, οι περιβολάρηδες του Παρισιού και της Ρουέν καταβάλουν τριπλάσιο κόπο από τους συνάδελφους τους στο Γκέρνσεϋ ή στην Αγγλία για να έχουν τα ίδια αποτελέσματα. Εφαρμόζοντας βιομηχανικές μεθόδους στην καλλιέργεια οι τελευταίοι φτιάχνουν και το κλίμα τους κι όχι μόνο το έδαφός τους. Στην πράξη η καλλιέργεια των περιβολάρηδων βασίζεται στις εξής δύο αρχές:
1. Φυτέψτε μέσα σε θερμοκήπιο, αναθρέψετε τα νεαρά φυτά σε πλούσιο έδαφος και εντός περιορισμένου χώρου ώστε να μπορείτε να τα περιποιείστε και να τα ξεχορταριάζετε εύκολα, ώστε να αναπτύξουν τις ρίζες τους. Κάντε, με δυο λόγια, ό,τι κάνετε και με τα ζώα: δώστε τους στοργή κατά την παιδική τους ηλικία. Και,
για να ωριμάσει η σοδιά πιο νωρίς, να θερμαίνετε τον αέρα και το έδαφος,καλύπτοντας τα φυτά με τζάμι (θερμοκήπιο) ή με ύφασμα και φροντίζοντας να υπάρχει στο έδαφος μια υψηλή θερμοκρασία από τη ζύμωση της κοπριάς.
Ξεχορτάριασμα και θερμοκρασία υψηλότερη από την θερμοκρασία του αέρα, ιδού η ουσία της λαχανοκομικής καλλιέργειας, αφού το έδαφος έχει "φτιαχτεί" τεχνητά.
Επίσης όπως έχουμε δει, η πρώτη απ' αυτές τις συνθήκες ικανοποιείται πάντα στην πράξη και απλά χρειάζεται κάποιες λεπτομέρειες για να τελειοποιηθεί. Για την πραγματοποίηση της δεύτερης γίνεται να θερμάνουμε τον αέρα και το έδαφος με ζεστό νερό που θα κυκλοφορεί μέσα σε σιδερένιους σωλήνες, είτε κάτω από το έδαφος είτε στο εσωτερικό του θερμοκηπίου.
Αυτό συμβαίνει ήδη. Οι περιβολάρηδες του Παρισιού ζητούν από θερμοσίφωνες τη θερμότητα που χθες ζητούσαν από την κοπριά. Και οι Άγγλοι κηπουροί χτίζουν θερμοκήπια. Στο παρελθόν, το θερμοκήπιο αποτελούσε πολυτέλεια για τους πλούσιους. Το χρησιμοποιούσαν για να καλλιεργούν εξωτικά ή καλλωπιστικά φυτά. Σήμερα όμως η χρήση του εξαπλώνεται. Ολόκληρα στρέμματα έχουν καλυφθεί με γυαλί στα λιβάδια του Τζέρσεϋ και του Γκέρνσεϋ, χωρίς να λαμβάνουμε υπ' όψιν τα αμέτρητα μικρά θερμοκήπια που υπάρχουν σε κάθε φάρμα και κάθε κήπο. Στα περίχωρα του Λονδίνου ολόκληρα χωράφια έχουν αρχίσει να καλύπτονται με γυαλί, και αμέτρητα άλλα κτίζονται κάθε χρόνο στα προάστια.
Και φτιάχνονται με κάθε δυνατή ποιότητα, απ' αυτά που έχουν γρανιτένιους τοίχους μέχρι τις απλές καλύβες φτιαγμένες με καδρόνια και γυάλινα πλαίσια, και που, ακόμα και τώρα με όλο το φόρο που πληρώνουμε στους καπιταλιστές και στους μεσάζοντες, το κόστος τους δεν ξεπερνά τα 4 με 5 φράγκα το τετραγωνικό μέτρο. Μπορεί να θερμαίνονται ή να μην θερμαίνονται καθόλου• οι καλύβες αρκούν αν κάποιος δεν προσβλέπει σε πρώιμη σοδειά, και βέβαια δεν καλλιεργεί σταφύλια ή τροπικά λουλούδια, αλλά πατάτες, καρότα, φασόλια, τομάτες κ.λπ.
Έτσι ο γεωργός απεξαρτητοποιείται από τις κλιματολογικές συνθήκες. Ταυτόχρονα αποφεύγει τη σκληρή δουλειά που απαιτούν τα στρώματα κοπριάς και εξοικονομεί χρήματα μιας και χρειάζεται λιγότερη κοπριά. Επίσης εξοικονομεί και σε ανθρώπινο δυναμικό: επτά με οκτώ άνθρωποι ανά 10 στρέμματα στο θερμοκήπιο, έχουν τα ίδια αποτελέσματα με τον M. Ponce. Στο Τζέρσεϋ επτά άτομα δουλεύοντας λιγότερο από εξήντα ώρες τη βδομάδα παράγουν σε πολύ μικρές εκτάσεις, σοδειά που στο παρελθόν απαιτούσε πολλά στρέμματα γης.
Θα μπορούσαμε να δώσουμε εντυπωσιακές λεπτομέρειες σ' αυτό το θέμα. Περιοριζόμαστε σ' ένα και μόνο παράδειγμα. Στο Τζέρσεϋ, 34 εργάτες κι ένας κηπουρός, καλλιεργούν λίγο παραπάνω από 40 στρέμματα σε θερμοκήπιο (ή 70 άτομα που δεν αφιερώνουν παραπάνω από 5 ώρες την ημέρα) έχουν τα ακόλουθα αποτελέσματα: 25.000 κιλά σταφίδες μαζεμένες την πρώτη του Μάη, 80.000 κιλά τομάτες, 30.000 κιλά πατάτες τον Απρίλη, 6.000 κιλά αρακά και 2.000 κιλά φασόλια μαζεμένα τον Μάη--σύνολο 143.000 κιλά φρούτα και λαχανικά, χωρίς να υπολογίζουμε μια δεύτερη πολλή ισχυρή σοδειά, κάμποσα θερμοκήπια, ή ένα τεράστιο θερμοκήπιο καλλωπιστικών ή κάθε λογής μικρότερες καλλιέργειες σε απλή γη, μέσα στα θερμοκήπια.
Εκατόν σαράντα τρεις τόνοι φρούτων και λαχανικών! Αρκετά για να θρέψουν πάνω από 1.500 άτομα, για όλο το χρόνο. Και δεν απαιτεί παρά 21.000 μέρες δουλειάς--που είναι 210 ώρες ετησίως αν μοιραστούν μόνο σε χίλιους ενήλικες.
Προσθέστε την εξόρυξη 1.000 τόνων κάρβουνο (τόσο κάρβουνο χρειάζεται να καεί για να θερμανθούν 40 στρέμματα σε τέτοια θερμοκήπια), η μέση παραγωγή στην Αγγλία είναι 3 τόνοι την ημέρα (των δέκα ωρών) ανά εργάτη κι αυτό σημαίνει μια επιπλέον δουλειά έξι μ' επτά ώρες το χρόνο για 500 ενήλικες.
Συνολικά, αν οι μισοί από τους ενήλικους κατοίκους μιας πόλης, αφιέρωναν 50 μισές μέρες το χρόνο για να καλλιεργήσουν τα καλύτερα φρούτα και λαχανικά πολυτελείας, εκτός εποχής, θα είχε η πόλη ατελείωτη προμήθεια για να τρώει όλο το χρόνο. Και θα έχουμε υπό τους ίδιους όρους διπλάσια σοδειά αν καλλιεργηθούν κανονικά λαχανικά, τα οποία, όπως έχουμε δει, σε επιχειρήσεις όπως του M. Ponce, απαιτούν 50 ημέρες δουλειάς.
Είδαμε ήδη πως υπάρχει μια τάση για το θερμοκήπιο να είναι μια απλή καλύβα καλυμμένη με γυαλί που χρησιμοποιείται σαν λαχανόκηπος. Μ' αυτήν τη χρήση, το απλούστερο δυνατό θερμοκήπιο, χωρίς θέρμανση, ήδη δίνει αξιοθαύμαστη σοδειά--για παράδειγμα 4500 λίτρα πατάτες ανά στρέμμα, σαν πρώτη σοδειά τον Απρίλη, και μια δεύτερη και μια τρίτη σοδειά θα ακολουθήσει το καλοκαίρι λόγω της εξαιρετικά υψηλής, σχεδόν τροπικής, θερμοκρασίας που επικρατεί μέσα στο θερμοκήπιο.
Σήμερα, για να παράγει κανείς την ίδια σοδειά, 4500 λίτρα πατάτες πρέπει να οργώνει κάθε χρόνο 20 στρέμματα, να την σπείρει, να την καλλιεργήσει να την ξεχορταριάσει κοκ. Ενώ με το θερμοκήπιο ακόμα κι αν πρέπει ν' αφιερώσουμε, στην αρχή, μισή ημέρα δουλειάς ανά τετραγωνικό μέτρο για να χτίσουμε το θερμοκήπιο, θα γλιτώσουμε αργότερα τουλάχιστον την μισή, πιθανόν και τρία τέταρτα από την ετήσια εργασία που θα απαιτούνταν προηγουμένως.
Ιδού λοιπόν τα γεγονότα. Ιδού τα αποτελέσματα που συναγάγαμε και επαληθεύσαμε, αποτελέσματα που οποιοσδήποτε μπορεί να ελέγξει και να επαληθεύσει αρκεί να επισκεφθεί τις εν λόγω καλλιέργειες. Και δεν αρκούν αυτά τα γεγονότα για να μας δώσουν μια ιδέα για το τι μπορεί ο άνθρωπος να αποκομίσει από τη γη αρκεί να την μεταχειριστεί έξυπνα;
V
Όλα όσα έχουμε εξετάσει παραπάνω, έχουν ήδη επιτυχώς δοκιμαστεί στην πράξη. Η εντατική καλλιέργεια των λιβαδιών, αρδευόμενα χωράφια, το θερμοκήπιο, η λαχανοκομική καλλιέργεια και τέλος τα καλυμμένα με γυαλί περιβόλια είναι πραγματικότητα. Επίσης όπως προείδε ο Léonce de Lavergne πριν τριάντα--τόσα χρόνια, η τάση της μοντέρνας γεωργίας είναι να περιορίζει όσο το δυνατόν τον καλλιεργούμενο χώρο, να φτιάχνει το έδαφος και τις κλιματολογικές συνθήκες, να συγκεντρώνει την εργασία και να συνδυάζει όλες τις αναγκαίες συνθήκες για την επιβίωση των φυτών.
Αυτές οι τάσεις γεννήθηκαν κυρίως από την επιθυμία να παράγουν όσο το δυνατόν περισσότερα καλλωπιστικά φυτά στο θερμοκήπιο. Αλλά αφού ανακαλύφθηκαν οι μέθοδοι της εντατικής καλλιέργειας, γενικεύθηκαν και επεκτάθηκαν και στην καλλιέργεια των κοινών οπωροκηπευτικών επιτρέποντας έτσι την παραγωγή μεγαλύτερης σοδειάς με λιγότερο κόπο και μεγαλύτερη ασφάλεια.
Στην πραγματικότητα, αφού μελετήσαμε τα πιο απλά θερμοκήπια--καλύβες στο Γκέρνσεϋ, λέμε με βεβαιότητα, παίρνοντάς τα πάντα υπ' όψιν μας, ότι πολύ λιγότερη δουλειά χρειάζεται για να παράγουμε πατάτες στο θερμοκήπιο τον Απρίλη, παρά αν τις καλλιεργήσουμε στον ανοιχτό αέρα όπου θα χρειαζόμασταν τέσσερις φορές μεγαλύτερη έκταση με την συνεπαγόμενη αύξηση της δουλειάς που χρειάζεται για σκάψιμο, άρδευση, ξεχορτάριασμα κτλ. Ομοίως και με τη χρήση των μηχανών. Εξοικονομούμε δουλειά αν χρησιμοποιήσουμε το κατάλληλο εργαλείο, ακόμα κι αν χρειάζεται να καταβάλουμε κάποιο αρχικό ποσό για την αγορά του εργαλείου.
Μια πλήρης καταγραφή σχετικά με την καλλιέργεια κοινών λαχανικών στο θερμοκήπιο δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμα. Είναι σχετικά νέα μέθοδος καλλιέργειας και χρησιμοποιείται σε περιορισμένες εκτάσεις. Έχουμε όμως την καταγραφή από 50 χρόνια καλλιέργειας σταφυλιών, ένα προϊόν πολυτελείας, και οι αριθμοί είναι αδιαμφισβήτητοι.
Στο βορρά της Αγγλίας στα σύνορα με την Σκωτία, όπου το κάρβουνο κοστίζει μόνο 4 φράγκα ο τόνος έχουν ξεκινήσει εδώ και καιρό την καλλιέργεια σταφυλιών στα θερμοκήπια. Πριν τριάντα χρόνια, αυτά τα σταφύλια, ώριμα ήδη το Γενάρη, πωλούνται από τον παραγωγό 50 φράγκα το κιλό και μεταπουλούνταν για το τραπέζι του Ναπολέοντα του 3ου, 100 φράγκα το κιλό. Σήμερα οι ίδιοι παραγωγοί τα πουλάνε μόλις 6 φράγκα το κιλό. Έτσι μας λέει ο ίδιος σ' ένα περιοδικό κηπουρικής. Αυτή η πτώση της τιμής οφείλεται στους τόνους σταφυλιών που κατακλύζουν το Παρίσι και το Λονδίνο το Γενάρη. Λόγω του φτηνού κάρβουνου και της έξυπνης καλλιέργειας τα σταφύλια ταξιδεύουν από το βορρά στο νότο, αντίθετα από τα κοινά φρούτα. Το Μάη, τα αγγλικά σταφύλια και τα σταφύλια του Τζέρσεϋ πουλιούνται 4 φράγκα το κιλό από τους περιβολάρηδες, και ακόμα κι αυτή η πολύ χαμηλή τιμή διατηρείται, όπως κι αυτή των 100 φράγκων πριν τριάντα χρόνια, λόγω της χαλαρής παραγωγής. Τον Οκτώβρη τα σταφύλια που καλλιεργούνται σε τεράστιες ποσότητες στα περίχωρα του Λονδίνου, πάντοτε σε θερμοκήπια αλλά με λίγη τεχνητή θέρμανση, πουλιούνται στην ίδια τιμή με τα σταφύλια που καλλιεργούνται στην ανοιχτή ύπαιθρο, στους αμπελώνες της Ελβετίας ή του Ρήνου, δηλαδή για κάνα δυο δεκάρες. Και πάλι κοστίζουν δύο τρίτα παραπάνω απ' όσο θα 'πρεπε, λόγω της υψηλής τιμής του εδάφους, και του κόστους της εγκατάστασης και θέρμανσης για το οποίο ο καλλιεργητής πληρώνει ένα τεράστιο ποσό στον βιομήχανο και στον μεσάζοντα. Έχοντας υπ' όψιν μας όλα αυτά, μπορούμε να πούμε ότι δεν κοστίζει σχεδόν τίποτα να έχουμε σταφύλια στο γεωγραφικό πλάτος και στο υγρό κλίμα του φθινοπωρινού Λονδίνου. Σ' ένα προάστιο για παράδειγμα, σε μια αξιοθρήνητη καλύβα καλυμμένη με γυαλί, στηριγμένη στη μεζονέτα μας, 3 μέτρα μήκος επί 2 μέτρα πλάτος, μας έδωσε, μέσα στον Οκτώβρη, πάνω από 25 κιλά νοστιμότατα σταφύλια, επί εννέα συνεχή χρόνια. Αυτή τη σοδειά την πήραμε από ένα κλήμα ηλικίας έξι χρονών.[2] Και το κατάλυμα ήταν τόσο άθλιο που η βροχή έμπαινε μέσα! Τη νύχτα η θερμοκρασία ήταν ίδια με την θερμοκρασία του περιβάλλοντος. Ήταν φανερό ότι δεν θερμαινόταν, κάτι τέτοιο θα ήταν όσο ανώφελο θα ήταν να θερμαίνεις το δρόμο! Όσο για την περιποίηση: το κλαδεύαμε μισή ώρα το χρόνο, και ρίχναμε στη βάση του κορμού του, που ήταν φυτεμένος σε κοκκινόχωμα έξω από την καλύβα, ένα καρότσι κοπριά. Αν υπολογίσουμε από την άλλη, την φροντίδα που χρειάζονται τα σταφύλια στα όρια του Ρήνου ή στην λίμνη Λέμαν [Leman], τα αναχώματα που κατασκευάζονται στις πλαγιές των λόφων, τη μεταφορά της κοπριάς και εδάφους σε 60 με 90 μέτρα υψόμετρο, συμπεραίνουμε ότι συνολικά η δουλειά και τα έξοδα που χρειάζονται για την καλλιέργεια των σταφυλιών είναι μεγαλύτερη στην Ελβετία και στις όχθες του Ρήνου παρά στα θερμοκήπια στα προάστια του Λονδίνου.
Αυτό μπορεί να φαίνεται παράδοξο, επειδή γενικά ο κόσμος πιστεύει ότι τα κλήματα φυτρώνουν από μόνα τους στη νότια Ευρώπη, και ότι η δουλειά των αμπελουργών δεν στοιχίζει τίποτα. Αλλά οι κηπουροί και οι φυτοκόμοι όχι μόνο δεν αντιφάσκουν με μας, αλλά μας επιβεβαιώνουν. "Η πιο προσοδοφόρα καλλιέργεια είναι η αμπελουργία", έγραψε ένας πρακτικός κηπουρός, ο επιμελητής του "Περιοδικού Φυτοκομίας της Αγγλίας". Και βέβαια η τιμές μιλάνε από μόνες τους, όπως ξέρουμε.
Μεταφράζοντας τα παραπάνω σε κομμουνιστική γλώσσα, μπορούμε να υποστηρίξουμε πως όποιος/α αφιερώσει 20 ώρες ετησίως από τον ελεύθερο χρόνο του/της για να φροντίσει δύο ή τρία κλήματα καλυμμένα με γυαλί--δουλειά ως επί το πλείστον ευχάριστη--σε οποιοδήποτε ευρωπαϊκό κλίμα, θα μαζέψει όσα σταφύλια μπορούν να φάνε οι φίλοι του/της και η οικογένειά του/της. Κι αυτό ισχύει όχι μόνο για τα αμπέλια αλλά και για όλα τα καρποφόρα δέντρα.
Αν μία κομμούνα εφαρμόσει εντατική καλλιέργεια σε μεγάλη κλίμακα, θα έχει όσα λαχανικά και φρούτα θέλουν, ντόπια ή εξωτικά, χωρίς να χρειάζεται να αφιερώνουν παραπάνω από περίπου 10 ώρες το χρόνο ανά κάτοικο.
Στην πραγματικότητα, είναι πολύ εύκολο να επιβεβαιωθούν τα παραπάνω με ένα πείραμα. Υποθέσατε ότι 400 στρέμματα καλυμμένα με ελαφρύ έδαφος (όπως αυτό που υπάρχει στο Γουόρθινγκ [Worthing]) μετατρέπονται σε περιβόλια, καθένα με το δικό του θερμοκήπιο για να παράγουν φυτώρια και νεαρά φυτά, και η οργάνωση της όλης επιχείρησης εναποτίθεται στα έμπειρα χέρια των Γάλλων περιβολάρηδων, και των κηπουρών θερμοκηπίου του Γκέρνσεϋ ή του Γουόρθινγκ.
Βασιζόμενοι στο μέσο όρο του Τζέρσεϋ, που απαιτεί την εργασία τριών ατόμων ανά 4 στρέμματα θερμοκηπίου--που συνολικά κάνει λιγότερο από 8 600 ώρες δουλειάς το χρόνο--αυτά τα 400 στρέμματα θα χρειαζόταν γύρω στις 1 300 000 ώρες το χρόνο. Πενήντα ικανοί περιβολάρηδες θα αφιέρωναν 5 ώρες την ημέρα σ' αυτή τη δουλειά, και η υπόλοιπη θα μπορούσε να γίνει από ερασιτέχνες, οι οποίοι πολύ σύντομα θα μάθαιναν πως να χρησιμοποιούν το φτυάρι ή πώς να περιποιούνται τα φυτά. Αλλά όπως έχουμε ήδη δει, αυτή η δουλειά θα παρήγαγε όλα τα αναγκαία φρούτα και λαχανικά για τουλάχιστον σαράντα με πενήντα χιλιάδες ανθρώπους. Ας υποθέσουμε ότι ανάμεσα σ' αυτούς τους τελευταίους υπάρχουν 13.500 ενήλικες πρόθυμοι να δουλέψουν στα περιβόλια• τότε καθένας θα χρειαζόταν να αφιερώσει 100 ώρες δουλειάς το χρόνο, κατανεμημένη σε όλο το μήκος του χρόνου. Αυτές οι ώρες δουλειάς θα γινόταν ώρες αναψυχής ανάμεσα σε φίλους και παιδιά σε πανέμορφους κήπους, πιο όμορφους πιθανόν από τους θρυλικούς κήπους της Σεμίραμις.
Αυτός είναι ο απολογισμός της δουλειάς που χρειάζεται για να μπορούμε να τρώμε μέχρι κορεσμού φρούτα που στερούμαστε σήμερα, και να έχουμε εν αφθονία τα λαχανικά που η νοικοκυρά πρέπει να διαχειρίζεται προσεκτικά σήμερα ώστε να μπορούν οι καπιταλιστές και οι γαιοκτήμονες να πλουτίζουν. [3]
Αχ! Αν μόνο η ανθρωπότητα είχε συνείδηση του τι μπορεί να πετύχει, κι αν μόνο αυτή η συνείδηση της έδινε τη δύναμη της θέλησης!
Μόνο αν ήξερε ότι η δειλία του πνεύματος είναι η ξέρα στην οποία έχουν ναυαγήσει όλες οι επαναστάσεις μέχρι σήμερα!
VI
Μπορούμε να διακρίνουμε εύκολα τους νέους ορίζοντες που ανοίγονται στην ερχόμενη κοινωνική επανάσταση.
Κάθε φορά που μιλάμε για την επανάσταση ο (σοβαρός) εργάτης που έχει δει παιδιά να στερούνται τροφή, σουφρώνει τα φρύδια του και ρωτάει επίμονα: --"Και τι γίνεται με το ψωμί; Θα υπάρχει αρκετό για να τρώει ο καθένας ανάλογα με την όρεξή του; Και τι θα γίνει αν οι χωρικοί, αδαή εργαλεία της αντίδρασης, λιμοκτονήσουν τις πόλεις όπως οι μαύρες ορδές [bandes noires] έκαναν στην Γαλλία του 1793--τι θα κάνουμε;"
Αφήστε τους να προσπαθήσουν! Οι πόλεις θα τα καταφέρουν και χωρίς την ύπαιθρο.
Με τι λοιπόν θα απασχοληθούν οι εκατοντάδες χιλιάδες των εργατών που σήμερα ασφυκτιούν μέσα σε εργοστάσια και εργαστήρια, μόλις επανακτήσουν την ελευθερία τους; Θα συνεχίσουν να κλείνονται σε εργοστάσια και μετά την επανάσταση; Θα συνεχίσουν να φτιάχνουν αντικείμενα πολυτελείας για εξαγωγή, όταν θα βλέπουν τα αποθέματα του σιταριού τους να εξαντλούνται, το κρέας να σπανίζει και τα λαχανικά να εξαφανίζονται χωρίς να αναπληρώνονται;
Προφανώς όχι! Θα παρατήσουν την πόλη και θα πάνε στα χωράφια! Με τη βοήθεια των μηχανών που επιτρέπουν στους πιο αδύναμους από εμάς να δώσουν ένα χεράκι, θα επιφέρουν την επανάσταση στην σκλαβωμένη καλλιέργεια όπως την έφεραν στους θεσμούς και στις ιδέες.
Εδώ, εκατοντάδες στρέμματα θα καλυφθούν με γυαλί και άντρες και γυναίκες με ντελικάτα δάχτυλα, θα φροντίζουν τα νεαρά φυτά. Εκεί, εκατοντάδες άλλα στρέμματα θα οργωθούν με ατμοκίνητα αλέτρια, και θα βελτιωθούν με κοπριά ή θα εμπλουτιστούν με τεχνητό έδαφος από την κονιοποίηση βράχων. Πλήθη από χαρούμενους εποχιακούς εργάτες θα καλύψουν αυτά τα στρέμματα με σπαρτά καθοδηγούμενοι εν μέρει, στη δουλειά και στα πειράματα, από αυτούς που ξέρουν καλλιέργεια, αλλά κυρίως, από το πνεύμα, μεγαλειώδες και πρακτικό, ενός λαού που αφυπνίστηκε μετά από βαθύ ύπνο και καθοδηγείται απ' αυτό το φωτεινό φάρο--την ευτυχία όλων.
Και μέσα σε δύο με τρεις μήνες, η πρώιμη σοδειά θα ανακουφίσει τις πιο πιεστικές ανάγκες, και θα προσφέρει τροφή σ' ένα λαό που, μετά τόσους αιώνες αναμονής, θα μπορέσει επιτέλους να ικανοποιήσει την πείνα του σύμφωνα με την όρεξή του.
Εν τω μεταξύ, η λαϊκή ιδιοφυΐα, η ιδιοφυΐα ενός λαού που έχει ξεσηκωθεί και γνωρίζει τις ανάγκες του, θα ασχοληθεί με πειράματα για καινούργιους τρόπους καλλιέργειας, που ήδη είναι ορατές στον ορίζοντα, και που χρειάζονται μόνο το βάφτισμα της εμπειρίας για να γενικευτούν. Θα πειραματιστούν με το φως--τον άγνωστο παράγοντα που κάνει το κριθάρι να ωριμάζει σε σαράντα πέντε ημέρες στο γεωγραφικό πλάτος του Γιακούτσκ [Yakutsk]• το φως, τεχνητό ή συγκεντρωμένο, θα ανταγωνίζεται τη θερμότητα για την επιτάχυνση της ανάπτυξης των φυτών. Ένας μελλοντικός Μουσώ [Mouchot] θα εφεύρει μια μηχανή που θα κατευθύνει τις ηλιακές ακτίνες και θα τις κάνει να παράγουν έργο, ώστε να μην χρειάζεται πλέον να ψάχνουμε στα βάθη της γης την ηλιακή θερμότητα που είναι αποθηκευμένη στο κάρβουνο. Θα πειραματιστούν με την άρδευση του εδάφους με μικροοργανισμούς--μια ορθολογική ιδέα που γεννήθηκε πρόσφατα, που θα επιτρέψει τον εφοδιασμό του εδάφους με μικρά ζωντανά κύτταρα που είναι απαραίτητα στα φυτά, για να τροφοδοτούν τα φυτά που ακόμα δεν έχουν αναπτύξει ρίζες, για να διασπούν και να καθιστούν απορροφήσιμα τα δομικά συστατικά του εδάφους.
Θα πειραματιστούν ... αλλά καλύτερα να σταματήσουμε εδώ προτού εισχωρήσουμε στο χώρο του μυθιστορήματος. Ας παραμείνουμε στην πραγματικότητα των επίκτητων γεγονότων. Με τις διαδικασίες καλλιέργειας ήδη εν χρήση, και ήδη νικηφόρες εναντίον του βιομηχανικού ανταγωνισμού, θα δώσουμε στον εαυτό μας άνεση και πολυτέλεια σε αντάλλαγμα ευχάριστης εργασίας. Το εγγύς μέλλον θα δείξει τι είναι πρακτικό για τις μελλοντικές κατακτήσεις, που οι πρόσφατες επιστημονικές ανακαλύψεις μας έχουν δώσει μια φευγαλέα ματιά.
Ας περιοριστούμε στην διάνοιξη του νέου δρόμου που θα συγκροτείται από την μελέτη των αναγκών και των μέσων ικανοποίησής τους.
Το μόνο πράγμα που μπορεί να λείπει από την επανάσταση είναι το θάρρος της πρωτοβουλίας.
Με τα μυαλά μας ήδη στενεμένα από το σχολείο, σκλαβωμένα από την παιδική μας ηλικία, την ενηλικίωσή μας και μέχρι τον τάφο μας, δεν τολμούμε καλά καλά ούτε να σκεφτούμε. Όταν εξετάζουμε μια νέα ιδέα, προτού εκφράσουμε μια άποψη, συμβουλευόμαστε μουχλιασμένους τόμους εκατό χρονών για να μάθουμε τι έχουν πει επί του θέματος οι αρχαίοι σοφοί. Αν δεν λείψουν κατά την επανάσταση, η τολμηρότητα της σκέψης και η πρωτοβουλία, δεν θα λείψει το φαγητό.
Απ' όλες τις μεγαλειώδεις ημέρες της Γαλλικής Επανάστασης, η πιο όμορφη, η πιο μεγαλειώδης που θα μείνει πάντα χαραγμένη στην μνήμη μας, ήταν εκείνη η μέρα που οι αντιπρόσωποι που ΄χαν έρθει στο Παρίσι απ' όλη τη Γαλλία, δούλεψαν με την αξίνα, για να προετοιμάσουν την γιορτή.
Εκείνη την ημέρα όλη η Γαλλία ενώθηκε: ζωογονημένη από το νέο πνεύμα, είχε ένα όραμα του μέλλοντος όπου όλοι μαζί θα δουλεύουν τη γη από κοινού.
Επίσης είναι ακριβώς μέσω αυτής της από κοινού καλλιέργειας που η χειραφετημένη κοινωνία θα ξαναβρεί την ενότητά της και θα αντιμετωπίσει τα μίση και τις καταπιέσεις που την είχαν χωρίσει.
Έχοντας για τα καλά κατανοήσει την αλληλεγγύη, αυτήν την τεράστια δύναμη που αυξάνει την ενέργεια και την δημιουργικότητα του ανθρώπου στο εκατονταπλάσιο, η νέα κοινωνία θα προχωρήσει στην κατάκτηση του μέλλοντος με όλη τη ζωντάνια και την ζωηρότητα της νεότητας.
Σταματώντας την παραγωγή για άγνωστους αγοραστές, και ψάχνοντας μέσα στην ίδια για ανάγκες και ορέξεις προς ικανοποίηση, η κοινωνία θα εγγυάται κατά πολύ την επιβίωση και την άνεση κάθε μέλους της, και ταυτόχρονα την ηθική ικανοποίηση που δίνει η δουλειά που έχει ελεύθερα επιλεγεί και ελεύθερα περατωθεί, και η ικανοποίηση μιας ζωής που δεν βαραίνει τους άλλους. Εμπνευσμένοι από μια νέα τόλμη, τροφοδοτούμενη από το αίσθημα αλληλεγγύης, θα προχωρήσουμε όλοι μαζί στην κατάκτηση των υψηλών απολαύσεων της γνώσης και της καλλιτεχνικής δημιουργίας.
Μια κοινωνία εμπνευσμένη μ' αυτόν τον τρόπο δεν θα φοβάται ούτε τις εσωτερικές διαστάσεις ούτε τους εξωτερικούς εχθρούς. Στις συμμαχίες του παρελθόντος θα αντιπαραθέσει την αγάπη της για μια νέα τάξη, την πρωτοβουλία του καθενός ξεχωριστά και όλων μαζί, και την ηράκλεια δύναμη που θα 'ρθει από την αφύπνιση της ιδιοφυΐας της.
Μπροστά σε μια τέτοια ακατανίκητη δύναμη, οι "συνωμοτούντες βασιλείς" δεν θα μπορούν να κάνουν τίποτα. Δεν θα τους απομείνει τίποτα άλλο από το να ζευτούν στο άρμα της ανθρωπότητας, που κυλάει προς τους ορίζοντες που άνοιξε η Κοινωνική Επανάσταση.

Η Κατάκτηση του ψωμιού - Κεφάλαιο 16: Η αποκέντρωση της βιομηχανίας


Κεφάλαιο 16: Η αποκέντρωση της βιομηχανίας


I
Μετά τους Ναπολεόντειους Πολέμους η Βρετανία είχε σχεδόν πετύχει στο να καταστρέψει τις κύριες βιομηχανίες, οι οποίες είχαν ξεπηδήξει/ αναπτυχθεί στην Γαλλία στο τέλος του προηγούμενου αιώνα. Επίσης έγινε «κυρία» των Θαλασσών και δεν είχε σημαντικούς αντιπάλους. Ανέλαβε την κατάσταση και ήξερε πώς να κάνει υπολογίσιμα τα προνόμια και τα πλεονεκτήματά της. Καθιέρωσε ένα βιομηχανικό μονοπώλιο και , επιβάλλοντας στους γείτονές της τις τιμές της για τα αγαθά που μόνο αυτή μπορούσε να κατασκευάσει, συσσώρευσε πλούτο επί πλούτου.
Αλλά καθώς η αστική επανάσταση του 18^ου αιώνα κατήργησε την δουλεία και δημιούργησε προλεταριάτο στη Γαλλία, η βιομηχανία, παρακωλυμένη για κάποιο διάστημα στην διαδρομή της, επανέκαμψε, και από το δεύτερο μισό του 19^ου αιώνα η Γαλλία σταμάτησε να είναι η υποτελής της Αγγλίας στα βιομηχανικά αγαθά. Σήμερα έχει εξελιχθεί σε ένα έθνος με εξαγωγικό εμπόριο. Πουλάει βιομηχανικά αγαθά αξίας πολύ μεγαλύτερης από εξήντα εκατομμύρια λίρες και τα δύο τρίτα από αυτά τα αγαθά είναι βιομηχανικά προϊόντα. Υπολογίζεται ότι πάνω από τρία εκατομμύρια Γάλλοι δουλεύουν για τις εξαγωγές ή ζουν από το εξωτερικό εμπόριο.
Άρα η Γαλλία δεν είναι πλέον η υποτελής χώρα της Αγγλίας. Με την σειρά της αγωνίστηκε να μονοπωλήσει συγκεκριμένους κλάδους της εξαγωγικής βιομηχανίας, όπως μετάξι και έτοιμα ρούχα, και αποκόμισε τεράστια κέρδη από εκεί. Αλλά είναι πλέον στην κατεύθυνση του να χάσει αυτό το μονοπώλιο για πάντα, όπως η Αγγλία βρίσκεται στην κατεύθυνση του να χάσει το μονοπώλιο των βαμβακερών αγαθών.
Πηγαίνοντας προς τα ανατολικά, η βιομηχανία έφτασε στην Γερμανία. Πριν από τριάντα χρόνια η Γερμανία ήταν υποτελής της Αγγλίας και της Γαλλίας για τα περισσότερα βιομηχανικά εμπορεύματα στους ανώτερους κλάδους της βιομηχανίας. Δεν είναι πια έτσι. Στην πορεία των σαράντα πέντε τελευταίων χρόνων, και ειδικά από τον Γάλλο-Γερμανικό πόλεμο και μετά, η Γερμανία έχει αναδιοργανώσει πλήρως την βιομηχανία της. Τα καινούργια εργοστάσια εφοδιάστηκαν με τα καλύτερα μηχανήματα. Οι τελευταίες δημιουργίες της βιομηχανικής τέχνης στα βαμβακερά αγαθά από το Μάντσεστερ ή στα μεταξωτά από την Λυών κτλ, πραγματοποιούνται τώρα στα σύγχρονα γερμανικά εργοστάσια. Χρειάστηκαν δύο ή τρεις γενιές εργατών, στην Λυών και το Μάντσεστερ, για να κατασκευάσουν τα σύγχρονα μηχανήματα. Αλλά οι Γερμανοί τα υιοθέτησαν στην τέλεια μορφή τους. Τεχνικές σχολές, προσαρμοσμένες στις ανάγκες της βιομηχανίας, προμηθεύουν τα εργοστάσια με ένα στρατό από ευφυείς εργάτες – πρακτικούς μηχανικούς που μπορούν να δουλεύουν με τα χέρια και το μυαλό. Η γερμανική βιομηχανία αρχίζει στο σημείο, που έφτασαν το Μάντσεστερ και η Λυών μόνο μετά από πενήντα χρόνια ψαξίματος στα τυφλά, της εξάσκησης και του πειράματος.
Συνεπάγεται το ότι, καθώς η Γερμανία κατασκευάζει το ίδιο καλά και μόνη της, μειώνει τις εισαγωγές της από την Γαλλία και την Αγγλία χρόνο με το χρόνο. Έγινε ο αντίπαλος στα βιομηχανικά αγαθά στην Ασία και την Αφρική, αλλά και στις αγορές του ίδιου του Λονδίνου και του Παρισιού. Κοντόφθαλμοι άνθρωποι ίσως να φωνάξουν ενάντια στην συνθήκη της Φρανκφούρτης, μπορεί να εξηγούν τον γερμανικό ανταγωνισμό μόνο σε μικρές διαφορές στις σιδηροδρομικές ταρίφες. Μπορούν να πουν ότι η Γερμανία δουλεύει γι το τίποτα και να καθυστερούν στις μικρές πλευρές των ερωτημάτων και να αρνούνται μεγάλα ιστορικά γεγονότα. Αλλά είναι πλέον σίγουρο ότι οι κύριες βιομηχανίες, αρχικά στα χέρια της Αγγλίας και της Γαλλίας, προόδευσαν ανατολικά, και στην Γερμανία βρήκαν μια χώρα νέα, γεμάτη ενέργεια, κατέχουσα μια ευφυή μέση τάξη, και ανυπόμονη με την σειρά της να πλουτίσει από το εξωτερικό εμπόριο.
Όταν η Γερμανία ελευθερώθηκε από την καθυπόταξή της στην Γαλλία και την Αγγλία, έφτιαξε τον δικό της βαμβακερό ρουχισμό, κατασκεύασε τα δικά της μηχανήματα –για την ακρίβεια κατασκεύασε κάθε είδους εμπορεύματα- οι κύριες βιομηχανίες άρχισαν να ριζώνουν και στην Ρωσία, όπου η ανάπτυξη της βιομηχανίας είναι η εκπληκτικότερη καθώς ξεπήδηξε μόλις πρόσφατα.
Τον καιρό της κατάργησης της δουλείας το 1861, η Ρωσία μετά βίας είχε κάποια εργοστάσια. Όλα όσα αυτά χρειάζονταν –μηχανές, ράγες, ατμομηχανές, πλούσιες ύλες- έρχονταν από την δύση. Είκοσι χρόνια αργότερα κατείχε ήδη 85,000 εργοστάσια, και τα αγαθά από αυτά τα εργοστάσια είχαν τετραπλασιαστεί στην αξία.
Τα παλιά μηχανήματα αντικαταστάθηκαν ολοκληρωτικά, και τώρα όλο το ατσάλι που χρησιμοποιείται στην Ρωσία, τα τρία τέταρτα του σιδήρου, τα δύο τρίτα του άνθρακα, όλες οι ατμομηχανές, τα βαγόνια, οι ράγες και σχεδόν όλα τα ατμόπλοια, φτιάχνονται στην Ρωσία.
Η Ρωσία, προορισμένη –όπως έγραφαν οι οικονομολόγοι- να παραμείνει αγροτική περιοχή, αναπτύχθηκε γρήγορα σε μία βιομηχανική χώρα. Παραγγέλνει ελάχιστα από την Αγγλία και πολύ λίγα από την Γερμανία.
Οι οικονομολόγοι παρουσιάζουν τα τελωνεία/ τους δασμούς ως υπεύθυνα/ υπεύθυνους για αυτά τα γεγονότα (;) , παρ’όλα αυτά τα βαμβακερά που κατασκευάζονται στην Ρωσία πωλούνται στην ίδια τιμή με αυτά από το Λονδίνο. Με το κεφάλαιο να μην γνωρίζει τίποτα για την πατρίδα, Γερμανοί και Άγγλοι καπιταλιστές, συνοδευόμενοι από μηχανικούς και εργοδηγούς των εθνικοτήτων τους, εισήγαγαν στην Ρωσία και την Πολωνία βιομηχανίες, των οποίων η αρτιότητα των αγαθών συναγωνιζόταν με τα καλύτερα της Αγγλίας. Αν τα τελωνεία καταργούνταν αύριο, η βιομηχανία μόνο θα κέρδιζε από αυτό. Όχι πολύ μετά οι Βρετανοί βιομήχανοι έδωσαν άλλο ένα γερό χτύπημα στις εισαγωγές ρουχισμού και μάλλινων από την Δύση. Εγκατέστησαν στην νότια και την μέση Ρωσία κολοσσιαία εργοστάσια μαλλιού, εξοπλισμένα με τα τελειότερα μηχανήματα από το Μπράντφορντ, και ήδη τώρα η Ρωσία μετά βίας εισάγει περισσότερα από κάποια λίγα κομμάτια Αγγλικού ρουχισμού και Γαλλικά μάλλινα προϊόντα ως δείγματα.
Οι κύριες βιομηχανίες όχι μόνο κινήθηκαν ανατολικά, αλλά εξαπλώνονται και στις νότιες χερσονήσους. Η έκθεση του Τορίνο το 1884 έχει είδη δείξει την πρόοδο που έγινε στην Ιταλική βιομηχανική παραγωγή και, ας μην κάνουμε λάθος γι’αυτό, το αμοιβαίο μίσος ανάμεσα στις δύο αστικές τάξεις, της Γαλλικής και της Ιταλικής, δεν κατάγεται παρά από την βιομηχανική τους αντιπαλότητα. Η Ισπανία γίνεται επίσης μία βιομηχανικά χώρα, ενώ στην ανατολή, η Βοημία έχει ξαφνικά εξελιχθεί σημαντικά, ως ένα νέο βιομηχανικό κέντρο, εφοδιασμένη με τέλεια μηχανήματα και εφαρμόζοντας τις καλύτερες επιστημονικές μεθόδους.
Μπορούμε ακόμα να αναφέρουμε την γρήγορη πρόοδο της Ουγγαρίας, στις κύριες βιομηχανίες, αλλά ας πάρουμε αντί για αυτό την Βραζιλία ως παράδειγμα. Οι οικονομολόγοι καταδίκασαν την Βραζιλία να καλλιεργεί βαμβάκι για πάντα, να το εξάγει σε ακατέργαστο, και να λαμβάνει βαμβακερό ρουχισμό από την Ευρώπη ως αντάλλαγμα. Στην πραγματικότητα, εδώ και σαράντα χρόνια η Βραζιλία είχε μόνο εννιά άθλια μικρά εργοστάσια βαμβακιού με 385 ατράκτους. Σήμερα υπάρχουν 108 βαμβακόμυλοι, που έχουν 715,000 ατράκτους και 26,050 αργαλειούς, που υφαίνουν 234 εκατομμύρια γιάρδες υφασμάτων στην αγορά ετησίως.
Ακόμα και το Μεξικό ετοιμάζεται να κατασκευάσει βαμβακερά ρούχα , αντί να τα εισάγει από την Ευρώπη. Όπως στις Ηνωμένες Πολιτείες έχουν σχεδόν απελευθερωθεί από την Ευρωπαϊκή κηδεμονία, και έχουν αναπτύξει θριαμβευτικά τις βιομηχανικές τους δυνάμεις (ΣτΜ: Δεν λες τίποτα Πέτρο!)
Αλλά ήταν η Ινδία που έδωσε την πιο τρανταχτή απόδειξη ενάντια στην εξειδίκευση των εθνικών βιομηχανιών.
Όλοι ξέρουμε αυτή την θεωρία: τα μεγάλα Ευρωπαϊκά έθνη χρειάζονται αποικίες, γιατί οι αποικίες στέλνουν ακατέργαστες ύλες –ίνες βαμβακιού, ακαθάριστο μαλλί, μπαχαρικά κτλ. στην μητέρα-πατρίδα. Και η μητρόπολις/ μητέρα-πατρίδα, με τον ισχυρισμό ότι θα τους στείλει βιομηχανικά αγαθά, ξεφορτώνεται τις καμένες ουσίες/ απόβλητά της , τα απομεινάρια σιδήρου από τις μηχανές τις και οτιδήποτε δεν της χρειάζεται πια. Τις κοστίζει λίγα, ή τίποτα, και, αν μη τι άλλο, τα αντικείμενα πωλούνται σε υπερβολικές τιμές.
Αυτή ήταν η θεωρία –αυτή ήταν και η πρακτική για πολύ καιρό. Στο Λονδίνο και το Μάντσεστερ περιουσίες φτιάχτηκαν ενώ η Ινδία καταστρεφόταν. Στο ινδικό Μουσείο στο Λονδίνο πρωτάκουστα πλούτη, συγκεντρωμένα στην Καλκούτα και την Βομβάη από Άγγλους εμπόρους, θα εκτεθούν.
Αλλά άλλοι Άγγλοι έμποροι και καπιταλιστές συνέλαβαν την πολύ απλή ιδέα ότι θα ήταν πολύ πιο σοφό να εκμεταλλευτούν τους αυτόχθονες της Ινδίας με το να φτιάχνουν βαμβακερά αγαθά στην ίδια την Ινδία, από το να εισάγουν ετησίως αγαθά αξίας από πεντακόσια ως εξακόσια εκατομμύρια φράνκα.
Αρχικά, μια σειρά πειραμάτων έληξαν με αποτυχία. Ινδοί υφαντές – καλλιτέχνες και ειδικοί στην δική τους τέχνη, δεν μπορούσαν να εξοικειωθούν στην ζωή του εργοστασίου, τα μηχανήματα που στάλθηκαν από το Λίβερπουλ δεν ήταν καλά, το κλίμα έπρεπε να ληφθεί υπ’όψη και οι έμποροι έπρεπε να προσαρμοστούν σε νέες συνθήκες, τώρα πλήρως εμφανείς, πριν η Βρετανική Ινδία μπορέσει να γίνει ο απειλητικός αντίπαλος της μητρόπολης/ μητέρας-πατρίδας που είναι σήμερα.
Τώρα έχει στην διάθεσή της 200 εργοστάσια, τα οποία απασχολούν περίπου 196,400 εργάτες, και περιέχουν 5,231,000 ατράκτους, 48,000 αργαλειούς και 38 μύλους γιούτας (ύφασμα) με 409,000 ατράκτους. Εξάγει ετησίως στην Κίνα, στις Γερμανικές Ινδίες και την Αφρική τα ίδια λευκά βαμβακερά ρούχα, που λέγεται ότι είναι ειδικότητα της Αγγλίας, αξίας σχεδόν οκτώ εκατομμυρίων λιρών. Και καθώς Άγγλοι εργάτες είναι άνεργοι και σε μεγάλη ανάγκη, Ινδές γυναίκες υφαίνουν με μηχανήματα βαμβάκι για την Άπω ανατολή με αμοιβή έξι πεννών την ημέρα.
Εν συντομία, ευφυείς βιομήχανοι γνωρίζουν καλά ότι δεν είναι μακριά η μέρα που δεν θα ξέρουν τι να κάνουν με τα χέρια των εργοστασίων που αρχικά ύφαιναν βαμβακερό ρουχισμό που εξαγόταν από την Αγγλία. Στο μεταξύ, γίνεται όλο και περισσότερο φανερό ότι η Ινδία θα εισάγει ούτε έναν τόνο σίδερο από την Αγγλία. Οι αρχικές δυσκολίες στην χρήση του κάρβουνου και του σιδήρου έχουν ξεπεραστεί και εργοστάσια, ανταγωνιζόμενα εκείνα στην Αγγλία, έχουν χτιστεί στις ακτές του Ινδικού Ωκεανού.
Αποικίες που ανταγωνίζονται την μητέρα-πατρίδα στην παραγωγή βιομηχανικών αγαθών, αυτός είναι ο παράγοντας που θα ρυθμίσει την οικονομία στον εικοστό αιώνα.
Και γιατί δεν θα έπρεπε η Ινδία να κατασκευάζει βιομηχανικά προϊόντα; Ποιο θα ήταν το εμπόδιο; Το κεφάλαιο; Μα το κεφάλαιο πάει οπουδήποτε υπάρχουν άνθρωποι αρκετά φτωχοί για να τους εκμεταλλευτούν. Η Γνώση; Μα η γνώση δεν αναγνωρίζει εθνικά σύνορα. Η τεχνική ικανότητα του εργάτη; Μα είναι οι ινδοί εργάτες υποδεέστεροι από τα 97,000 αγόρια και κορίτσια, κάτω των 15 ετών, που δουλεύουν τώρα στα Αγγλικά εργοστάσια υφασμάτων;
II
Αφού ρίξαμε μια ματιά στις εθνικές βιομηχανίες θα ήταν πολύ ενδιαφέρων να στραφούμε στις ειδικές βιομηχανίες. Ας πάρουμε, για παράδειγμα, το μετάξι, ένα εξαιρετικά Γαλλικό προϊόν στο πρώτο μισό του 19^ου αιώνα.
Όλοι ξέρουμε ότι η Λυών έγινε το βιομηχανικό κέντρο του μεταξιού.
Αρχικά το ακατέργαστο μετάξι συλλεγόταν στην νότια Γαλλία, μέχρι που σιγά-σιγά το παράγγελναν από την Ιταλία, από την Ισπανία, από την Αυστρία, από τον Καύκασο και από την Ιαπωνία, για την κατασκευή των μεταξωτών προϊόντων. Στο 1875, από πέντε εκατομμύρια κιλά ακατέργαστου μεταξιού, υπήρχαν μόνο τετρακόσιες χιλιάδες κιλά Γαλλικού μεταξιού.
Αλλά αν η Λυών χρησιμοποιούσε εισαγόμενο μετάξι, γιατί να μην έκανε το ίδιο και η Ελβετία, η Γερμανία, η Ρωσία; Η ύφανση μεταξιού πράγματι αναπτύχθηκε στα χωριά γύρω από την Ζυρίχη. Το Bâle έγινε μεγάλο κέντρο του εμπορίου του μεταξιού. Η Καυκάσια διοίκηση μίσθωσε γυναίκες από την Μασσαλία και εργάτες από την Λυών για να διδάξουν στους Γεωργιανούς την τέλεια εκτροφή των μεταξοσκωλήκων και την τέχνη της μετατροπής του μεταξιού σε βιομηχανικά προϊόντα στους Καυκάσιους χωρικούς. Η Αυστρία ακολούθησε. Τότε η Γερμανία, με την βοήθεια Λυωνέζων εργατών, έχτισε μεγάλα εργοστάσια μεταξιού. Στις Ηνωμένες Πολιτείες έκαναν το ίδιο στο Πάτερσον.
Και σήμερα το εμπόριο μεταξιού δεν είναι πια Γαλλικό μονοπώλιο. Μεταξωτά φτιάχνονται στην Γερμανία, την Αυστρία, τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Αγγλία. Τον χειμώνα, Καυκάσιοι χωρικοί υφαίνουν μεταξωτά μαντήλια με μισθό που θα σήμαινε πείνα στους υφαντές μεταξιού της Λυών. Η Ιταλία στέλνει μεταξωτά στην Γαλλία, και η Λυών, που στα 1870-4 εξήγαγε προϊόντα μεταξιού αξίας 460 εκατομμυρίων φράνκων, τώρα εξάγει το μισό αυτής της ποσότητας. Στην πραγματικότητα, δεν είναι μακριά η ώρα που η Λυών θα στέλνει στο εξωτερικό μόνο στην ανώτερη τάξη και μερικούς νεωτερισμούς που θα χρησιμεύσουν ως μοντέλα στους Γερμανούς, στους Ρώσους και στους Ιάπωνες.
Και έτσι είναι σε όλες τις βιομηχανίες. Το Βέλγιο δεν έχει πια το μονοπώλιο των υφασμάτων. Υφάσματα φτιάχνονται στην Γερμανία, στην Ρωσία, στην Αυστρία και στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η Ελβετία και η Γαλλική Γιουρα δεν έχουν πλέον το μονοπώλιο ρολογιών: ρολόγια φτιάχνονται παντού. Η Σκοτία δεν διυλίζει πια ζάχαρη για την Ρωσία: η Ρωσική ζάχαρα εισάγεται στην Αγγλία. Η Ιταλία, παρόλο που δεν έχει ούτε κάρβουνο ούτε σίδηρο, κατασκευάζει η ίδια τα τεθωρακισμένα της και τις μηχανές για τα ατμόπλοιά της. Η χημική βιομηχανία δεν είναι πια Αγγλικό μονοπώλιο: το σουλφουρικό οξύ και η σόδα φτιάχνονται ακόμα και στα Ουράλια. Ατμομηχανές, που φτιάχνονται στο Γουίντερθουρ, έχουν κατακτήσει παντού μια πλατιά φήμη και σήμερα η Ελβετία, που δεν έχει ούτε κάρβουνο ούτε σίδηρο –τίποτα εκτός από άριστες τεχνικές σχολές- φτιάχνει μηχανήματα καλύτερα και φθηνότερα από την Αγγλία. Έτσι τελειώνει η Θεωρία της Ανταλλαγής.
Έτσι, η τάση του εμπορίου, όπως και για όλα τα υπόλοιπα, είναι η αποκέντρωση.
Κάθε έθνος βρίσκει ωφέλιμο το να συνδυάσει την γεωργία με την μεγαλύτερη δυνατή ποικιλία εργοστασίων και μηχανουργιών. Η εξειδίκευση* , για την οποία οι οικονομολόγοι μιλούν τόσο έντονα, πλούτισε έναν αριθμό καπιταλιστών αλλά τώρα είναι πια άχρηστη. Αντίθετα, είναι ωφέλιμο για κάθε περιοχή, κάθε έθνος, να καλλιεργεί το δικό του σιτάρι, τα δικά του λαχανικά και να κατασκευάζει όλη την παραγωγή που καταναλώνει στην πατρίδα. Αυτή η ποικιλία είναι η σιγουρότερη εγγύηση της ολοκληρωμένης ανάπτυξης της παραγωγής με αμοιβαία συνεργασία, και τον σκοπό της προόδου, ενώ η εξειδίκευση είναι εμπόδιο στην πρόοδο.
Η γεωργία μπορεί μόνο ακμάσει από κοντά με τα εργοστάσια.. Και μόλις ένα εργοστάσιο εμφανιστεί , μια τεράστια ποικιλία από άλλα εργοστάσια πρέπει να ξεφυτρώσουν γύρω από αυτό, έτσι ώστε, αλληλοϋποστηρίζοντας και διεγείροντας/ υποκινώντας το ένα το άλλο με τις εφευρέσεις τους, να αυξήσουν την παραγωγικότητά τους.
III
Είναι πράγματι ανόητο να εξάγεις σιτάρι και να εισάγεις αλεύρι, να εξάγεις μαλλί και να εισάγεις ύφασμα, να εξάγεις σίδερο και να εισάγεις μηχανήματα. Όχι μόνο γιατί η μεταφορά είναι σπατάλη χρόνου και χρημάτων, αλλά γιατί, πάνω από όλα, μια χώρα με υποανάπτυκτη βιομηχανία αναπόφευκτα μένει πίσω από τους καιρούς και στην γεωργία. Επειδή μια χώρα χωρίς μεγάλα εργοστάσια να δώσουν στο ατσάλι την τελική του κατάσταση είναι επίσης πίσω και σε όλες τις άλλες βιομηχανίες. Και εν τέλει, επειδή οι βιομηχανικές και τεχνικές δυνατότητες ενός έθνους παραμένουν υποανάπτυκτες.
Στον κόσμο της παραγωγής όλα είναι συνδεδεμένα στις μέρες μας. Η καλλιέργεια του εδάφους δεν είναι πια δυνατή χωρίς μηχανήματα, χωρίς μεγάλα αρδευτικά έργα, χωρίς σιδηρόδρομους, χωρίς εργοστάσια λιπασμάτων. Και για να προσαρμόσεις αυτά τα μηχανήματα, τους σιδηρόδρομους, τις μηχανές άρδευσης, κτλ, στις τοπικές καταστάσεις , ένα συγκεκριμένο πνεύμα εφευρετικότητας, μια συγκεκριμένη τεχνική ικανότητα, που μένουν κρυμμένα για όσο καιρό τα τσαπιά και τα υνιά είναι τα μόνα μέσα καλλιέργειας, πρέπει να αναπτυχθούν.
Αν τα χωράφια είναι να καλλιεργηθούν κατάλληλα , και αν είναι να αποδώσουν τις πλούσιες σοδειές που ο άνθρωπος έχει το δικαίωμα να περιμένει, είναι βασικό πολλά εργαστήρια και εργοστάσια να αναπτυχθούν μέσα στα όρια των χωραφιών.
Η ποικιλία επαγγελμάτων και ικανοτήτων που θα ξεπεταχτούν από εκεί και θα συνεργαστούν για ένα κοινό σκοπό: να οι γνήσιες δυνάμεις της προόδου.
Και τώρα ας φανταστούμε τους κατοίκους μιας πόλης ή μιας περιοχής –είτε τεράστιας είτε μικρής- να βαδίζουν για πρώτη φορά στο μονοπάτι της κοινωνικής επανάστασης.
Μερικές φορές μας λένε ότι “τίποτα δεν θα έχει αλλάξει”: ότι «τα ορυχεία, τα εργοστάσια κτλ θα απαλλοτριωθούν και θα ανακηρυχθούν εθνική ή κοινοτική ιδιοκτησία, ότι κάθε άνθρωπος θα πάει πίσω στην συνηθισμένη δουλειά του και ότι η ότι η Επανάσταση θα έχει τότε ολοκληρωθεί.»
Αλλά αυτό είναι ένα όνειρο: η Κοινωνική Επανάσταση δεν μπορεί να λάβει χώρα τόσο απλά.
Έχουμε ήδη αναφέρει ότι αν η επανάσταση ξεσπάσει αύριο στο Παρίσι, την Λυών, ή οποιαδήποτε άλλη πόλη –αν οι εργάτες απλώσουν τα χέρια τους στα εργοστάσια, τα σπίτια και τις τράπεζες, η παρούσα παραγωγή θα έχει επαναστατοποιηθεί πλήρως από αυτό το γεγονός.
Το διεθνές εμπόριο θα σταματήσει, οπότε το ίδιο θα κάνει και η εισαγωγή ξένου σιταριού. Η διακίνηση των εμπορευμάτων και των προμηθειών θα παραλύσει. Και τότε η εξεγερμένη πόλη ή περιοχή θα αναγκαστεί να προμηθεύσει την ίδια και να αναδιοργανώσει την παραγωγή. Αν αποτύχει να το κάνει, αυτό συνεπάγεται θάνατο. Αν πετύχει θα επαναστατοποιήσει την οικονομική ζωή της χώρας.
Με την ποσότητα εισαγόμενων εμπορευμάτων να έχει μειωθεί, την παραγωγή να έχει αυξηθεί, με ένα εκατομμύριο Παριζιάνους που δουλεύουν για τις εξαγωγές να έχουν μείνει χωρίς δουλειά, ένα μεγάλο αριθμό εισαγόμενων πραγμάτων κάθε μέρα από μακρινές ή γειτονικές χώρες να μην φτάνουν στον προορισμό τους, με την βιομηχανία της αφθονίας/ πολυτελείας να έχει σταματήσει, τι θα τρώνε οι κάτοικόι έξι μήνες μετά την επανάσταση;
Πιστεύουμε ότι όταν οι αποθήκες θα είναι άδειες, οι μάζες θα προσπαθήσουν να κερδίσουν την τροφή τους από τον γη. Θα αναγκαστούν να καλλιεργήσουν σιτάρι, να συνδυάσουν την γεωργική παραγωγή με την βιομηχανική παραγωγή στο Παρίσι και τις γύρω περιοχές. Θα πρέπει να εγκαταλείψουν τις κοσμητικές δουλειές και να λάβουν υπόψη τους την πιο επείγουσα ανάγκη –το ψωμί.
Οι πολίτες θα αναγκαστούν να γίνουν γεωργοί. Όχι με τον ίδιο τρόπο με τους χωρικούς που λιώνουν οργώνοντας για ένα μισθό που μετά βίας θα τους εφοδιάσει με επαρκές φαγητό για τη χρονιά, αλλά ακολουθώντας τις αρχές της εντατικής καλλιέργειας, της κηπουρικής&, εφαρμοσμένη σε μεγάλη κλίμακα με μέσα τα καλύτερα μηχανήματα που ο άνθρωπος έχει ή μπορεί να εφεύρει. Θα οργώσουν την γη –όχι όπως ---« la bête de somme du Cantal/ like the country beast of burden» (ΣτΜ: πραγματικά δεν μπόρεσα να μεταφράσω αυτό το σημείο, το παραθέτω στα Αγγλικά και τα Γαλλικά.)---, ένας Παριζιάνος χρυσοχόος θα διαφωνούσε με κάτι τέτοιο. Θα αναδιοργανώσουν την καλλιέργεια, όχι σε δέκα χρόνια, αλλά αμέσως, κατά την διάρκεια των αγώνων της επανάστασης, από τον φόβο της συντριβής από τον εχθρό.
Η γεωργία θα πρέπει να συνεχιστεί από έξυπνα όντα, επωφελούμενα από τις γνώσεις τους, που θα οργανώνονται σε εύθυμες ομάδες για ευχάριστη δουλειά, όπως οι άνθρωποι που, έναν αιώνα πριν, δούλεψαν στο “Champ de Mars” (αγρός του Μαρτίου) για την γιορτή της Ομοσπονδίας –μια απολαυστική εργασία, όταν δεν φτάνει στην υπερβολή, όταν οργανώνεται επιστημονικά, όταν ο άνθρωπος εφευρίσκει και βελτιώνει τα εργαλεία του και είναι συνειδητά ένα χρήσιμο μέλος της κοινότητας.
Φυσικά, δεν θα καλλιεργούν μόνο, θα παράγουν επίσης αυτά τα πράγματα το οποία αρχικά συνήθιζαν να παραγγέλνουν από ξένα μέρη. Κι ας μην ξεχνάμε ότι για τους κάτοικους μιας επαναστατημένης περιοχής, τα «ξένα μέρη» μπορεί να περιλαμβάνουν και περιοχές που δεν έχουν ακόμα ενσωματωθεί στο επαναστατικό κίνημα. Κατά την διάρκεια των επαναστάσεων του 1793 και του 1871, το Παρίσι αναγκάστηκε να νιώσει ότι το «εξωτερικό» σήμαινε ακόμα και την περιοχή της χώρας που ήταν πολύ κοντά στις πύλες του. Ο κερδοσκόπος του σιταριού στην Troyes πείνασε τους sans culottes του Παρισιού περισσότερο από ότι οι Γερμανικές στρατιές που έφεραν οι συνωμότες των Βερσαλλιών στο Γαλλικό έδαφος. Η επαναστατημένη πόλη θα αναγκαστεί να κάνει το ίδιο χωρίς «ξένους», και γιατί όχι; Η Γαλλία εφηύρε την ζάχαρη από τα ζαχαρότευτλα όταν το ζαχαροκάλαμο άρχισε να σπανίζει κατά την διάρκεια του ηπειρωτικού αποκλεισμού. Οι Παριζιάνοι ανακάλυψαν το νίτρο (ΣτΜ:νιτρικό άλας του καλίου) στα κελάρια τους όταν δεν το λάμβαναν πλέον από έξω. Θα είμαστε κατώτεροι των παππούδων μας, που με δυσκολία ψιθύρισαν τις πρώτες λέξεις της επιστήμης;
Μια επανάσταση είναι κάτι παραπάνω από την καταστροφή ενός πολιτικού συστήματος. Συνεπάγεται το ξύπνημα της ανθρώπινης ευφυΐας, την αύξηση του εφευρετικού πνεύματος κατά δέκα, εκατό φορές. Είναι η αυγή μιας νέας επιστήμης –της επιστήμης ανθρώπων όπως ο Λαπλάς, ο Λαμάρκ, ο Λαβουαζιέ. Είναι μια επανάσταση στο νου των ανθρώπων, περισσότερο από ότι στους θεσμούς τους.
Και οι οικονομολόγοι μας λένε να επιστρέψουμε στα εργαστήριά μας, σαν το να περνάς μια επανάσταση να ήταν σαν να πηγαίνεις σπίτι μετά από έναν περίπατο στο δάσος του Έπινγκ.
Κατ’αρχήν, και μόνο το γεγονός ότι θα έχουμε αγγίξει την αστική ιδιοκτησία, συνεπάγεται την αναγκαιότητα του να αναδιοργανώσουμε εντελώς την όλη οικονομική ζωή στα εργαστήρια, στα λιμάνια, και στα εργοστάσια.
Και η επανάσταση δεν θα αποτύχει στο να δράσει προς αυτή την κατεύθυνση. Αν το Παρίσι, κατά την διάρκεια της κοινωνική επανάστασης, ξεκοπεί από τον κόσμο για ένα ή δύο χρόνια από τους υποστηρικτές της αστικής κυριαρχίας, οι εκατομμύρια σκεπτόμενοί της, όχι ακόμα απογοητευμένοι από την ζωή του εργοστασίου, –αυτή η πόλη των μικρών επαγγελμάτων/ συντεχνιών που διεγείρει το εφευρετικό πνεύμα-, θα δείξουν στον κόσμο τι μπορεί να κατορθώσει το μυαλό του ανθρώπου χωρίς να ζητήσει βοήθεια από τίποτα, εκτός από την κινητική δύναμη του ήλιου που δίνει φως, την ενέργεια του αέρα που φυσάει μακριά τις ακαθαρσίες, και την σιωπηλές ζωικές δυνάμεις που δουλεύουν μέσα στην γη που πάνω της περπατάμε. Θα δούμε τότε τι μπορεί μια ποικιλία επαγγελμάτων, αμοιβαία συνεργαζόμενων σε ένα σημείο της υδρογείου και ζωογονημένη από την κοινωνική επανάσταση, να κάνει για την τροφή, τον ρουχισμό, την στέγαση, και την προμήθεια με κάθε είδους πολυτέλειες σε εκατομμύρια ευφυών ανθρώπων.
Δεν χρειάζεται να γράψουμε κάτι το φανταστικό για να το αποδείξουμε.
Αυτό για το οποίο είμαστε σίγουροι, αυτό που έχει ήδη δοκιμαστεί πειραματικά και αναγνωριστεί ως πρακτικό, θα ήταν αρκετό για να φέρει αποτέλεσμα, αν η προσπάθεια γονιμοποιηθεί, ζωογονηθεί από την τολμηρή έμπνευση της Επανάστασης και την αυθόρμητη ορμή των μαζών.

Η Κατάκτηση του ψωμιού - Κεφάλαιο 15: Ο καταμερισμός της εργασίας


Κεφάλαιο 15: Ο καταμερισμός της εργασίας


Η Πολιτική οικονομία πάντοτε αυτοπεριορίζεται στην καταγραφή γεγονότων που συμβαίνουν στην κοινωνία, και την αιτιολόγησή τους προς το συμφέρον της κυρίαρχης τάξης. Έτσι είναι υπέρ του καταμερισμού εργασίας που δημιουργείται από τη βιομηχανία. Έχοντας βρει ότι είναι κερδοφόρος για τους καπιταλιστές {κεφαλαιοκράτες} τον έχει αναγάγει σε αρχή {εγκαθιδρύσει ως κανόνα}.
Κοιτάξτε το σιδερά του χωριού, είπε ο Άνταμ ΣμιΘ[Adam Smith] [1], ο πατέρας της σύγχρονης Πολιτικής Οικονομίας. Αν δεν του έχει γίνει ποτέ συνήθεια να φτιάχνει καρφιά θα πετύχει μόνο με πολύ μόχθο να σφυρηλατήσει 200 ή 300 την ημέρα, και επιπλέον θα είναι κακοφτιαγμένα {κακής ποιότητας}. Αλλά αν αυτός ο ίδιος σιδεράς δεν έχει φτιάξει ποτέ τίποτα άλλο εκτός από καρφιά, θα παρέχει εύκολα κοντά στα 2300 {καρφιά} στη διάρκεια της μέρας. Και ο Σμιθ βιάζεται να καταλήξει: "Καταμερίσετε την εργασία, ειδικευτείτε, συνεχίστε να ειδικεύεστε {συνεχώς}· ώστε να {ας} έχουμε σιδεράδες που ξέρουν μόνο να φτιάχνουν κεφαλές ή μύτες καρφιών , και με αυτό τον τρόπο θα παράγουμε περισσότερα. Θα πλουτίσουμε {γίνουμε πλούσιοι}."
Εάν ένας σιδεράς καταδικασμένος ισόβια να φτιάχνει κεφαλές καρφιών θα χάσει κάθε ενδιαφέρον για τη δουλειά του· εάν θα είναι πλήρως στο έλεος του εργοδότή του με την περιορισμένη τέχνη που θα κατέχει· ότι θα είναι χωρίς δουλειά τέσσερις {από} στους δώδεκα μήνες· αν θα μειώνεται ο μισθός του εύκολα όταν θα μπορεί εύκολα να αντικατασταθεί από έναν μαθητευόμενο, ο Smith δεν το σκέφτηκε όταν αναφώνησε: "Ζήτω ο καταμερισμός της εργασίας. Αυτός είναι το πραγματικό χρυσωρυχείο που θα δώσει πλούτο στο έθνος!" Και όλοι ζητωκραύγαζαν μαζί του.
Και όταν αργότερα, ένας Σιμόντι [Sismondi][2] ή ένας Ζ-Β Σαυ[J.B.Say] [3] άρχισαν να καταλαβαίνουν ότι ο καταμερισμός της εργασίας, αντί να φέρει πλούτο σε όλο το έθνος, έφερε πλούτο μόνο στους (ήδη) πλούσιους, και ότι ο εργάτης, που ισόβια είναι καταδικασμένος να φτιάχνει το ένα δέκατο όγδοο μιας καρφίτσας, εξελίσσεται σε ηλίθιο και βουλιάζει στην ανέχεια{φτώχεια} [misere] -- τι πρότειναν οι επίσημοι οικονομολόγοι; Τίποτα! Δεν αναλογίστηκαν ότι με το να εκτελεί ισόβια, την ίδια μηχανική εργασία, ο εργάτης θα χάσει την ευφυΐα του και το εφευρετικό του πνεύμα, και ότι, αντιθέτως, η ενασχόληση σε ποικίλα πόστα θα είχε ως αποτέλεσμα μια σημαντική {αξιοσημείωτη} επαύξηση της παραγωγικότητας του έθνους. Αλλά αυτό ακριβώς είναι το ζήτημα{θέμα}[issue, question] που τίθεται σήμερα ενώπιόν μας.
Αν, ωστόσο, μόνο οι οικονομολόγοι κήρυτταν το μόνιμο και συχνά κληρονομικό καταμερισμό της εργασίας, μπορεί να τους αφήναμε {επιτρέπαμε} να το κηρύσσουν κατά βούληση {όσο θέλουν}. Όμως οι ιδέες που διδάσκονται από διδάκτορες της επιστήμης φιλτράρονται μέσα στη σκέψη {το μυαλό, τη νόηση} των ανθρώπων και τη διαστρέφουν· και ακούγοντας επανειλημμένως για καταμερισμό εργασίας, κέρδη, τόκους, πίστωση κλπ, σα να ήταν προβλήματα από καιρό λυμένα, όλος ο κόσμος, (ακόμα και οι ίδιοι οι εργάτες), καταλήγει να επιχειρηματολογεί{να σκέφτεται} σαν οικονομολόγος και να λατρεύει τα ίδια φετίχ.
Έτσι βλέπουμε έναν αριθμό σοσιαλιστών, ακόμα και εκείνους που δε φοβήθηκαν να αναδείξουν τα λάθη της επιστήμης, να δικαιολογούν{σέβονται} τον καταμερισμό της εργασίας. Μιλήστε τους για την οργάνωση της δουλειάς στη διάρκεια της επανάστασης, και θα απαντήσουν ότι ο καταμερισμός εργασίας πρέπει να διατηρηθεί· ότι αν ακονίζατε πινέζες πριν την Επανάσταση θα πρέπει να συνεχίσετε να τις ακονίζετε και μετά. Θα δουλεύετε μόνο πέντε ώρες την ημέρα, είναι αλήθεια, αλλά θα πρέπει να ακονίζετε πινέζες για όλη σας τη ζωή, ενώ άλλοι θα φτιάχνουν ή θα σχεδιάζουν μηχανές που θα σας επιτρέψουν να ακονίσετε εκατοντάδες εκατομμύρια πινέζες στη διάρκεια της ζωής σας, και άλλοι πάλι θα ειδικεύονται στα υψηλότερες λειτουργίες της λογοτεχνικής, της επιστημονικής, της καλλιτεχνικής κοκ, εργασίας. Γεννηθήκατε ακονιστής καρφιτσών ενώ ο Pasteur γεννήθηκε εμβολιαστής κατά της λύσσας {Ν: Ο Παστέρ βεβαίως ανακάλυψε το εμβόλιο της λύσσας, [στα γαλικά rage] όπως σωστά αναφέρεται στο γαλλικό πρωτότυπο. Αυτό το anthrax δεν ξέρω από που ήρθε στο αγγλικό κείμενο, έχει κανείς καμιά ιδέα; Νομίζεται ότι χρειάζεται υποσημείωση για το πιός ήταν ο Παστέρ;}, και η Επανάσταση θα αφήσει και τον ένα και τον άλλο {και τους δύο} στα αντίστοιχα επαγγέλματα.
Λοιπόν είναι τη φρικτή αυτή αρχή {ο φριχτός κανόνας}, την τόσο επιβλαβή για την κοινωνία, τόσο αποκτηνωτική για το άτομο, πηγή τόσων κακών, την οποία προτείνουμε να συζητήσουμε στις διάφορες εκφάνσεις {ποικίλες εκδηλώσεις} της.
Ξέρουμε τις συνέπειες του καταμερισμού εργασίας πολύ καλά. Προφανώς είμαστε διαχωρισμένοι σε δύο τάξεις: από τη μία , παραγωγοί που καταναλώνουν πολύ λίγο και είναι απαλλαγμένοι από το να σκέφτονται καθώς κάνουν σωματική δουλειά {φυσική εργασία}, και που δουλεύουν άσχημα {Ν: χρειάζεται μια καλύτερη έκφραση εδώ} γιατί το μυαλό τους παραμένει αδρανές· και από την άλλη μεριά, οι καταναλωτές, οι οποίοι παράγωντας λίγα ή σχεδόν τίποτα, έχουν το προνόμιο να σκέφτονται για τους άλλους, και οι οποίοι σκέφτονται άσχημα {Ν: εδώ μάλλον πρέπει να χρησιμοποιήσουμε την ίδια λέξη όπως και πριν με τους εργάτες} διότι τους είναι άγνωστος ένας ολόκληρος κόσμος, ο κόσμος αυτών που μοχθούν με τα χέρια τους. Οι εργάτες της γης δεν ξέρουν τίποτα για μηχανές, κι αυτοί που δουλεύουν με μηχανές αγνοούν τα πάντα περί γεωργίας. Το ιδανικό της σύγχρονης βιομηχανίας είναι ένα παιδί που να έχει τον έλεγχο μιας μηχανής την οποία δεν μπορεί και δεν πρέπει να κατανοήσει , και ένας προϊστάμενος που να του επιβάλλει πρόστιμο αν η προσοχή του χαλαρώσει για μια στιγμή. Το ιδανικό της βιομηχανικής γεωργίας είναι να καταργήσει το γεωργικό εργάτη και να βάλει έναν πολυτεχνίτη[bricoleur] να ελέγχει ένα ατμοκίνητο αλέτρι ή μια αλωνιστική μηχανή. Ο καταμερισμός της εργασίας σημαίνει να μπαίνουν στον άνθρωπο που θα τον χαρακτηρίζουν για όλη του τη ζωή ως συναρμοστή σχοινιών σε εργοστάσια, ως προϊστάμενο σε επιχειρήσεις, ως μεταφορέα τεράστιων καλαθιών με κάρβουνο σε ένα συγκεκριμένο μέρος του ορυχείου·{εδώ ίσως χρειάζεται λίγο στρώσιμο} αλλά κανείς τούς να μην έχει ιδέα ούτε για μηχανισμούς {το σύνολο των μηχανών} [machinery]{N: υπάρχει μονολεκτική μετάφραση αυτής της λέξης;}, ούτε για επιχειρήσεις, ούτε για ορυχεία. Και έτσι καταστρέφουν την όρεξη για δουλειά και την εφευρετικότητα, που στο ξεκίνημα {αρχή} της σύγχρονης βιομηχανίας, δημιούργησε τις μηχανές για τις οποίες αισθανόμαστε τόσο υπερήφανοι .
Αυτό που έκαναν με τα άτομα, ήθελαν επίσης να το κάνουν με τα έθνη. Η ανθρωπότητα ήταν να χωριστεί σε εθνικά εργαστήρια, που το καθένα θα είχε την ειδικότητα του. Η Ρωσία, διδαχθήκαμε, ήταν προορισμένη από τη φύση να παράγει καλαμπόκι· η Αγγλία να γνέθει μπαμπάκι· το Βέλγιο να φτιάχνει υφάσματα, ενώ η Ελβετία να εκπαιδεύει νοσοκόμες και κουβερνάντες. Και μέσα σε κάθε έθνος θα είχαμε επιπλέον ειδίκευση: η Λυών να υφαίνει μετάξι, η Αβέρνη{?} [Auvergne] να φτιάχνει δαντέλα και το Παρίσι φανταζί ενδύματα [article de fantaisie]. Μ' αυτόν τον τρόπο πίστευαν οι οικονομολόγοι ότι θα ανοίγονταν ένα τεράστιο πεδίο για παραγωγή και κατανάλωση· και ότι μια περίοδος απεριόριστου πλούτου για την ανθρωπότητα ήταν κοντά.
Αλλά αυτές οι μεγάλες ελπίδες εξαφανίστηκαν με τον ίδια ρυθμό που εξαπλώθηκε η τεχνική γνώση. Για όσο καιρό η Αγγλία ήταν η μόνη χώρα που ύφαινε βαμβάκι και που επεξεργαζόταν τα μέταλλα σε μεγάλη κλίμακα, όσο το Παρίσι ήταν η μόνη πόλη που έφτιαχνε καλλιτεχνικά αντικείμενα πολυτελείας, κτλ, όλα πήγαιναν καλά: κάποιος μπορούσε να κηρύσσει τον επονομαζόμενο καταμερισμό της εργασίας χωρίς να αντικρούεται [refuted].
Όμως, ιδού ένα νέο ρεύμα ώθησε τα πολιτισμένα έθνη να δοκιμάσουν από μόνα τους όλες τις βιομηχανίες, βρίσκοντας επωφελή την παραγωγή των προϊόντων που μέχρι τώρα εισήγαγαν από άλλες χώρες ή τις αποικίες τους, οι οποίες με τη σειρά τους στοχεύουν στην χειραφέτησή τους {ελευθέρωσή τους} από τη μητρόπολη. Επιστημονικές ανακαλύψεις παγκοσμιοποίησαν τις μεθόδους παραγωγής και πλέον είναι ανώφελο {άχρηστο} να πληρώνεις μια υπέρογκη τιμή στο εξωτερικό για κάτι που θα μπορούσε εύκολα να παραχθεί στον τόπο σου. Δεν δίνει λοιπόν αυτή η βιομηχανική επανάσταση ένα συντριπτικό κτύπημα {κατευθείαν} στη θεωρία του καταμερισμού της εργασίας, η οποία υποτίθεται ότι είχε εδραιωθεί τόσο στέρεα;


Η Κατάκτηση του ψωμιού - Κεφάλαιο 14: Παραγωγή & κατανάλωση


Κεφάλαιο 14: Παραγωγή & κατανάλωση


Ι
Βλέποντας την κοινωνία και την πολιτική της οργάνωση από μια διαφορετική οπτική γωνία από αυτήν των εξουσιαστικών σχολών -μια και ξεκινάμε από το ελεύθερο άτομο για να πάμε σε μια ελεύθερη κοινωνία, αντί να ξεκινάμε από το κράτος για να κατεβούμε στο άτομο- ακολουθούμε την ίδια μέθοδο στα οικονομικά θέματα. Μελετάμε τις ανάγκες των ατόμων και τα μέσα για την ικανοποίησή τους, προτού συζητήσουμε για την παραγωγή, τη συναλλαγή, τη φορολογία, την κυβέρνηση κτλ.
Εκ πρώτης όψεως, η διαφορά μπορεί να φαίνεται ασήμαντη αλλά στην πραγματικότητα ανατρέπει όλες τις έννοιες της επίσημης οικονομικής πολιτικής.
Ανοίξτε κάποιο έργο οποιουδήποτε οικονομολόγου. Αρχίζει με την ΠΑΡΑΓΩΓΗ, την ανάλυση των σημερινών μέσων παραγωγής πλούτου {δημιουργίας πλουτισμού}, τη διαίρεση της εργασίας, το εργοστάσιο [manufacture], τη λειτουργία της μηχανής, την συγκέντρωση του κεφαλαίου. Από τον Άνταμ Σμίθ [Adam Smith] στον Μαρξ, όλοι προχωρούν μ' αυτόν τον τρόπο. Μόνο στο δεύτερο ή τρίτο μέρος του έργου τους πραγματεύονται την ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ, δηλαδή την ικανοποίηση των αναγκών του ατόμου· επιπλέον περιορίζονται στο να εξηγούν πώς ο πλούτος μοιράζεται μεταξύ των διεκδικητών του.
Θα μπορούσε κάποιος να πει ότι είναι λογικό: προτού ικανοποιηθούν οι ανάγκες πρέπει να δημιουργήσουμε τα αναγκαία γι' αυτή την ικανοποίηση· πρέπει να παραγάγεις προτού καταναλώσεις. Αλλά, προτού παραγάγουμε κάτι, δεν πρέπει να νιώσουμε την ανάγκη γι αυτό; Δεν είναι η ανάγκη που οδήγησε τον άνθρωπο να κυνηγήσει, να θρέψει κοπάδια, να καλλιεργήσει τη γη, να φτιάξει εργαλεία, και αργότερα να εφεύρει μηχανές; Δεν είναι η μελέτη των αναγκών που θα 'πρεπε να καθοδηγεί την παραγωγή; Θα ήταν λοιπόν τουλάχιστον εξίσου λογικό να αρχίσουμε εξετάζοντας τις ανάγκες και κατόπιν να μελετήσουμε τα μέσα παραγωγής που χρειαζόμαστε για να τις ικανοποιήσουμε.
Και αυτό ακριβώς θα κάνουμε.
Καθώς όμως κοιτάζουμε από αυτήν την οπτική γωνία, η πολιτική οικονομία αλλάζει τελείως όψη. Παύει να είναι μια απλή περιγραφή γεγονότων και γίνεται επιστήμη, όμοια με τη φυσιολογία [au meme titre que la physiologie]: θα μπορούσαμε να την ορίσουμε έτσι,η μελέτη των αναγκών της ανθρωπότητας και των μέσων ικανοποίησής τους με τη λιγότερη δυνατή σπατάλη ανθρώπινης ενέργειας. Το αληθινό της όνομα θα ήταν φυσιολογία της κοινωνίας. Αποτελεί μια επιστήμη παράλληλη με την φυσιολογία των ζώων και των φυτών, που κατ' ανάλογο τρόπο, μελετά τις ανάγκες του ζώου ή του φυτού και τα πιο επωφελή μέσα για την ικανοποίησή τους. Στις κοινωνικές επιστήμες η οικονομία των ανθρώπινων κοινωνιών, κατέχει τη θέση που έχει η φυσιολογία των οργανισμών [etres organises] στις βιολογικές επιστήμες.
Εμείς λέμε: "Ιδού, ανθρώπινα όντα ενωμένα σε μια κοινωνία. Όλοι νιώθουν την ανάγκη να ζουν σε υγιεινές κατοικίες. Η πρωτόγονη καλύβα δεν τους ικανοποιεί πλέον. Ζητάνε ένα σταθερό [solid, solide] καταφύγιο, λίγο πολύ άνετο. -Πρέπει να ξέρουμε {Η ερώτηση είναι} αν, δεδομένης της παραγωγικής δυνατότητας του ανθρώπου, μπορεί να έχει καθένας το σπίτι του και τι τον εμποδίζει να το έχει" {πλάγια ερώτηση, δεν θέλει ερωτηματικό, εκτός αν βάλουμε άνω κάτω τελεία πριν από το αν, όπως στο αγγλικό. Το γαλλικό κείμενο έχει λάθος σ' αυτό το σημείο}
Και πολύ σύντομα πειθόμαστε ότι κάθε οικογένεια στην Ευρώπη θα μπορούσε κάλλιστα να έχει ένα άνετο σπίτι, σαν κι αυτά που χτίζουν στην Αγγλία, στο Βέλγιο ή στην πόλη Πούλμαν [Pullman City, cite Pulman], ή εν πάσει περιπτώσει τον αντίστοιχο αριθμό δωματίων. Ένας συγκεκριμένος αριθμός εργάσιμων ημερών θα αρκούσε για να χτιστεί ένα όμορφο ευάερο διαμέρισμα καλά σχεδιασμένο και φωτιζόμενο με φυσικό αέριο.
Αλλά εννέα δέκατα των Ευρωπαίων δεν έχουν ποτέ αποκτήσει μια υγιεινή κατοικία, επειδή πρέπει να δουλεύουν νύχτα μέρα για να ικανοποιήσουν τις ανάγκες των αφεντικών τους και δεν έχουν ποτέ τον αναγκαίο ελεύθερο χρόνο ή τα χρήματα, να χτίσουν ή να βάλουν να τους κτίσουν το σπίτι των ονείρων τους. Και όσο οι τωρινές συνθήκες δεν αλλάζουν, δεν θα έχουν σπίτι και θα μένουν σε καλύβες.
Όπως είδατε, προχωρούμε αντίθετα από τους οικονομολόγους οι οποίοι διαιωνίζουν {ή αναπαραγάγουν επ' άπειρον} τους υποτιθέμενους νόμους της παραγωγής και, υπολογίζοντας πόσα σπίτια (Σ.τ.μ. "πράγματι χτίζονται" ίσως είναι καλύτερα) χτίζονται ετησίως, εξηγούν με τη στατιστική ότι τα νεοκτισμένα σπίτια δεν θα είναι αρκετά για να ικανοποιήσουν όλη τη ζήτηση, τα εννέα δέκατα των Ευρωπαίων πρέπει να μένουν σε καλύβες.
Ας περάσουμε στη διατροφή. Έχοντας απαριθμήσει τα πλεονεκτήματα του καταμερισμού της εργασίας, οι οικονομολόγοι μας λένε ότι αυτός ο καταμερισμός απαιτεί να δουλεύουν κάποιοι ως αγρότες και κάποιοι στη βιομηχανία. Δεδομένου ότι οι αγρότες παράγουν τόσο, τα εργοστάσια τόσο, η συναλλαγή διαμείβεται με αυτό τον τρόπο, αναλύουν τις πωλήσεις, τα ωφέλη, το καθαρό κέρδος ή την υπεραξία, τους μισθούς, τους φόρους, την αποταμίευση και ούτω καθεξής.
Αλλά, αφού τους ακολουθήσαμε ως εδώ δεν είμαστε κατά πολύ σοφότεροι, και αν τους ρωτήσουμε: "Πώς γίνεται εκατομμύρια άνθρωποι να έχουν έλλειψη ψωμιού, όταν κάθε οικογένεια θα μπορούσε να παράγει αρκετό σιτάρι για να θρέψει δέκα, είκοσι η ακόμα κι εκατό ανθρώπους το χρόνο;" θα μας απαντήσουν με την ίδια ψαλμωδία: καταμερισμός της εργασίας, μισθοί, υπεραξία, κεφάλαιο κτλ., καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι η παραγωγή δεν επαρκεί για την ικανοποίηση όλων των αναγκών· ένα συμπέρασμα που, ακόμα κι αν είναι αλήθεια, δεν απαντά καθόλου στην ερώτηση: "Μπορεί ή δεν μπορεί ο άνθρωπος με την εργασία του να παράγει το ψωμί που χρειάζεται; Κι αν δεν μπορεί τι τον εμποδίζει;"
Ιδού, 350 εκατομμύρια Ευρωπαίοι. Χρειάζονται τόσο ψωμί, τόσο κρέας, κρασί, γάλα, τόσα αβγά {έχει απλοποιηθεί, σύμφωνα με το λεξικό Βοστατζόγλου} και τόσο βούτυρο. Χρειάζονται τόσα σπίτια και τόσο ρουχισμό. Αυτό είναι το ελάχιστο των αναγκών τους. Μπορούν να τα παράγουν όλ' αυτά; Και αν μπορούν, θα τους μείνει αρκετός χρόνος για τέχνη, επιστήμη και διασκέδαση, με μια λέξη, για όλα όσα δεν είναι απολύτως απαραίτητα; Αν η απάντηση είναι θετική, τι τους εμποδίζει να το κάνουν; Τι πρέπει να κάνουν ώστε να απομακρύνουν αυτό το εμπόδιο; Μήπως χρειάζεται χρόνος; Ας τον έχουν {ας τον λάβουν}. Αλλά, ας μη χάσουμε επαφή με τον πραγματικό στόχο της παραγωγής -την ικανοποίηση των αναγκών.
Αν οι πιο επείγουσες ανάγκες του ανθρώπου μένουν ανικανοποίητες, τι πρέπει να κάνει ώστε να αυξήσει την παραγωγικότητά του; Μήπως όμως υπάρχουν άλλες αιτίες; Μήπως η παραγωγή, μεταξύ άλλων, έχοντας χάσει την επαφή με τις ανάγκες του ανθρώπου, έχει παραστρατήσει προς μια τελείως λανθασμένη κατεύθυνση και η οργάνωσή της είναι ελαττωματική; Και καθώς μπορούμε να δούμε ότι αυτό συμβαίνει, ας αναζητήσουμε με πιο τρόπο πρέπει να αναδιοργανώσουμε την παραγωγή ώστε πραγματικά να αντεπεξέρχεται σ΄ όλες τις ανάγκες.
Αυτή είναι η μόνη οπτική γωνία που μας φαίνεται δίκαια: η μόνη που θα επιτρέπει στην πολιτική οικονομία να γίνει επιστήμη, η επιστήμη της κοινωνικής φυσιολογίας.
Είναι φανερό ότι όταν αυτή η επιστήμη εξετάσει την παραγωγή, όπως διεκπεραιώνεται σήμερα στα πολιτισμένα έθνη, τις ινδουιστικές κοινότητες ή τους πρωτόγονους, δεν θα παρουσιάσει τα γεγονότα με διαφορετικό τρόπο από τους σημερινούς οικονομολόγους· δηλαδή ως ένα απλό περιγραφικό κεφάλαιο, ανάλογο των περιγραφικών κεφαλαίων της ζωολογίας ή της βοτανικής. Αλλά παρατηρήστε [remarquons] ότι αν το κεφάλαιο αυτό είχε γραφεί από την οπτική γωνιά της οικονομίας των δυνάμεων που καταβάλλονται για την ικανοποίηση των αναγκών, Θα κέρδιζε σε ακρίβεια και επιστημονική αξία. Θα αποδείκνυε ξεκάθαρα την τρομακτική σπατάλη ανθρώπινης ενέργειας στο παρόν σύστημα, και θα δεχόταν μαζί με μας, ότι όσο αυτό το σύστημα αυτό συνεχίζει να υπάρχει, οι ανάγκες της ανθρωπότητας δεν θα ικανοποιηθούν ποτέ.
Βλέπετε, η οπτική γωνία θα άλλαζε εντελώς. Πίσω από τον αργαλειό που υφαίνει τόσα μέτρα ύφασμα, πίσω από τον διατρητή μετάλλου, και πίσω από το θησαυροφυλάκιο που στοιβάζονται τα μερίσματα, θα βλέπαμε τον άνθρωπο, τον τεχνίτη της παραγωγής, που τις περισσότερες φορές αποκλείεται από το συμπόσιο που έχει ετοιμάσει για τους άλλους. Θα καταλαβαίναμε επίσης ότι οι υποτιθέμενοι νόμοι της αξίας, της συναλλαγής {του εμπορίου}, κτλ, δεν είναι παρά μια έκφραση, συχνά πολύ λανθασμένη -καθώς το σημείο αφετηρίας της είναι λανθασμένο- των γεγονότων όπως είναι σήμερα, αλλά θα ήταν δυνατόν να είναι και θα είναι διαφορετικά όταν η παραγωγή οργανωθεί με γνώμονα την ικανοποίηση των αναγκών της κοινωνίας.
II
Δεν υπάρχει ούτε μία αρχή της πολιτικής οικονομίας που να μην αλλάζει εντελώς όψη ιδωμένη από τη δική μας οπτική γωνία.
Ας ασχοληθούμε για παράδειγμα με την υπερπαραγωγή. Να μια λέξη που αντηχεί καθημερινά στ' αφτιά μας. Υπάρχει έστω και ένας οικονομολόγος, ακαδημαϊκός ή υποψήφιος, που να μην έχει υποστηρίξει θέσεις που αποδεικνύουν ότι οι οικονομικές κρίσεις είναι αποτέλεσμα της υπερπαραγωγής- ότι μια δεδομένη στιγμή παράγεται περισσότερο μπαμπάκι, περισσότερο ύφασμα, περισσότερα ρολόγια από ό,τι χρειάζεται! Δεν έχουν μήπως κατηγορηθεί οι κεφαλαιοκράτες για απληστία επειδή επιμένουν να παράγουν περισσότερο απ΄ όσο είναι δυνατόν να καταναλωθεί!
Αλλά, αν τα εξετάσουμε προσεκτικά, όλα αυτά τα επιχειρήματα αποδεικνύονται αβάσιμα. Πράγματι, προσπαθήστε να κατονομάσετε ένα αγαθό, το οποίο να έχει καθολική χρήση και να παράγεται σε ποσότητα μεγαλύτερη από όση χρειάζεται. Εξετάστε ένα ένα όλα τα εξαγώγιμα προϊόντα των χωρών που εξάγουν σε μεγάλη κλίμακα και θα δείτε ότι σχεδόν όλα αυτά τα προϊόντα παράγονται σε ποσότητες ανεπαρκείς για τους κατοίκους της ίδιας της χώρας που τα εξάγει.
Δεν είναι το πλεόνασμα του σιταριού που στέλνει στην Ευρώπη ο ρώσος χωρικός. Οι πλουσιότερες σοδιές σιταριού και σίκαλης της Ευρωπαϊκής Ρωσίας μόλις που επαρκούν για τον πληθυσμό. Και κατά κανόνα, ο χωρικός στερεί τον εαυτό του από τα αναγκαία, όταν πουλά το σιτάρι του ή τη σίκαλή του για να πληρώσει το νοίκι και τους φόρους.
Δεν είναι το πλεόνασμα του άνθρακα που στέλνει ο ¶γγλος στις τέσσερις γωνιές της γης, γιατί απομένουν μόνο 750 κιλά ανά κάτοικο ετησίως για εγχώρια οικιακή κατανάλωση και εκατομμύρια ¶γγλων δεν έχουν φωτιά το χειμώνα ή έχουν μόλις αρκετή για να βράσουν λίγα λαχανικά. Στην πραγματικότητα αν δεν πάρουμε υπόψη την κατασκευή αντικειμένων πολυτελείας {το bimbeloterie de luxe είναι η κατασκευή, τα αντικείμενα είναι τα bibelots}, δεν υπάρχει στην Αγγλία, τη χώρα με τις μεγαλύτερες εξαγωγές, παρά μόνο ένα προϊόν καθολικής χρήσης -το βαμβακερό ύφασμα- του οποίου η παραγωγή είναι αρκετά μεγάλη, ώστε πιθανόν να ξεπερνά τις ανάγκες τις κοινότητας. Και όταν βλέπουμε τα κουρέλια που φορεί για ρούχα το ένα τρίτο των κατοίκων του Ηνωμένου Βασιλείου, οδηγούμαστε στην απορία μήπως δεν θα μπορούσαν τα βαμβακερά υφάσματα που εξάγονται να ικανοποιήσουν μια στάλα τις πραγματικές ανάγκες του πληθυσμού.
Κατά κανόνα δεν είναι το πλεόνασμα που εξάγεται, αν και μπορεί αυτό να ίσχυε αρχικά. Ο μύθος του ξυπόλητου τσαγκάρη είναι πλέον εξίσου αληθινός για τα έθνη, όπως ήταν παλιά για τους τεχνίτες. Αυτό που εξάγουμε είναι το αναγκαίο, επειδή οι εργάτες δεν μπορούν με το μισθό τους να αγοράσουν αυτό που παρήγαγαν και να πληρώσουν επιπλέον το νοίκι και τον τόκο στον καπιταλιστή και τον τραπεζίτη.
Όχι μόνο λοιπόν η συνεχώς αυξανόμενη ανάγκη για άνεση μένει ανικανοποίητη, αλλά συχνά λείπουν ακόμα και τα απολύτως αναγκαία. Υπερπαραγωγή {πλεονασματική παραγωγή} επομένως δεν υπάρχει, τουλάχιστον όχι μ΄ αυτή την έννοια, και δεν είναι παρά μια λέξη εφευρημένη από τους θεωρητικούς της πολιτικής οικονομίας.
Όλοι οι οικονομολόγοι μας λένε πως υπάρχει ένας άριστα εδραιωμένος [bien etablie] οικονομικός "νόμος": "Ο άνθρωπος παράγει περισσότερο από ό,τι καταναλώνει". Αφού πάρει όσο χρειάζεται από το προϊόν της εργασίας του, του μένει πάντα περίσσευμα. Μια οικογένεια καλλιεργητών παράγει αρκετά για να θρέψει κάμποσες οικογένειες, και ούτω καθεξής.
Για μας, αυτή η φράση αν και συχνά επαναλαμβάνεται, δεν έχει νόημα [has no sense, est vide de sens] {στερείται νοήματος; αν και πολύ λόγιο}. Αν σήμαινε ότι κάθε γενιά αφήνει κάτι για τις επόμενες γενιές θα ήταν ακριβής. Πράγματι, ένας γεωργός φυτεύει ένα δέντρο που θα ζήσει ίσως τριάντα, σαράντα ή εκατό χρόνια, και τα εγγόνια του θα γεύονται τα φρούτα του. Ή αν καθαρίσει {αποψιλώσει} μερικά εκτάρια {στρέμματα} παρθένας γης, η κληρονομιά των επόμενων γενεών θα έχει αυξηθεί ανάλογα. Δρόμοι, γέφυρες, κανάλια, το σπίτι και η επίπλωσή του, είναι πλούτη που κληροδοτούνται στις επόμενες γενιές.
Αλλά δεν είναι αυτό που εννοείται. Μας λένε ότι ο καλλιεργητής παράγει περισσότερο από όσο χρειάζεται να καταναλώσει. Μάλλον θα έπρεπε να λένε ότι, αφού το κράτος του αφαίρεσε ένα μέρος του εισοδήματός του για τους φόρους, ο παπάς για τη δεκάτη, και ο ιδιοκτήτης για το ενοίκιο, έχει [πλέον] δημιουργηθεί μια καινούρια τάξη ανθρώπων, που πρωτύτερα κατανάλωναν ό,τι παρήγαγαν-εκτός από αυτά που έβαζαν στην άκρη για απρόβλεπτα ατυχήματα, ή για αναδάσωση ή για την κατασκευή δρόμων κτλ.- αλλά που σήμερα ζει πολύ φτωχικά, μεροδούλι-μεροφάι, μια και το περίσσευμα τους έχει αφαιρεθεί από το κράτος, τον γαιοκτήμονα, τον παπά και τον τοκογλύφο.
Εμείς προτιμάμε να λέμε - Ο καλλιεργητής καταναλώνει λιγότερο από ό,τι παράγει, επειδή τον αναγκάζουν να βάζει άχυρα στο στρώμα του και να πουλά τα πούπουλα, να ικανοποιείται με φτηνό κρασί και να πουλά το ακριβό, να τρώει την βρώμη και να πουλά το σιτάρι.
Ας παρατηρήσουμε επίσης ότι αν κάποιος έχει ως σημείο αφετηρίας τις ανάγκες του ατόμου, θα φτάσει αναγκαστικά στον κομμουνισμό, την οργάνωση που μας επιτρέπει να ικανοποιούμε όλες τις ανάγκες με τον πιο πλήρη και οικονομικό τρόπο. Ενώ όταν κάποιος ξεκινά από τη σημερινή μέθοδο παραγωγής, με στόχο το κέρδος και την υπεραξία, αναγκαστικά θα φτάσει στον καπιταλισμό, ή στην καλύτερη περίπτωση στον κολεκτιβισμό, που δεν είναι και οι δύο τίποτε άλλο από μορφές του θεσμού της μισθωτής εργασίας.
Πράγματι, όταν εξετάζει κανείς τις ανάγκες του ατόμου και της κοινωνίας και τα μέσα που έχει επιστρατεύσει ο άνθρωπος για την ικανοποίησή τους, κατά τη διάρκεια των διάφορων φάσεων της ανάπτυξής του, πείθεται για την αναγκαιότητα να συνδυαστούν οι προσπάθειες, και να εγκαταλειφθούν οι κίνδυνοι {τα ρίσκα} {Σ.τ.μ. ouch! this is so bad it physically hearts!} της σημερινής παραγωγής. Γίνεται αντιληπτό επίσης ότι η ιδιοποίηση από λίγους όλου του πλούτου που δεν καταναλώνεται, και η μεταφορά του από τη μια γενιά στην άλλη {Σ.τ.μ. μέσω του θεσμού της κληρονομιάς - Borges: εδώ διαφωνώ, δεν λέει τίποτε για κληρονομιά, αλλά αν θεωρηθεί απαραίτητο, τότε πρέπει να γίνει: ... η κληροδότησή του... -N: ήταν επεξηγηματική σημείωση, δεν ενοούσα ότι κάτι τέτοιο υπάρχει στο κείμενο} δεν είναι προς το γενικό συμφέρον. Διαπιστώνει κανείςότι μ' αυτόν τον τρόπο οι ανάγκες των τριών τετάρτων της κοινωνίας κινδυνεύουν να μείνουν ανικανοποίητες, και ότι η σημερινή σπατάλη ανθρώπινης δύναμης {ίσως: ανθρώπινου δυναμικού -Ν: αυτό "μ' ακούγεται" καλύτερα} δεν είναι παρά η πιο ανώφελη και η πιο εγκληματική.
Συνειδητοποιεί κανείς τέλος, ότι η πιο επωφελής χρήση όλων των προϊόντων είναι αυτή που ικανοποιεί τις πιο πιεστικές ανάγκες, και ότι η αξία χρήσης τους δεν εξαρτάται από μια απλή ιδιοτροπία, όπως έχει συχνά υποστηριχτεί, αλλά από το πόσο ικανοποιούν πραγματικές ανάγκες.
Ο Κομμουνισμός, δηλαδή μια συνθετική άποψη {προσέγγιση} της κατανάλωσης, της παραγωγής και της [εμπορικής] συναλλαγής και μια οργάνωση που στηρίζει αυτή την συνθετική άποψη, είναι επομένως η λογική συνέπεια αυτής της κατανόησης των πραγμάτων, της μοναδικής, κατά τη γνώμη μας, που είναι πραγματικά επιστημονική.
Μια κοινωνία που θα ικανοποιεί τις ανάγκες όλων και θα ξέρει πως να οργανώνει την παραγωγή, θα πρέπει επίσης να εξαλείψει ορισμένες προκαταλήψεις σχετικά με την βιομηχανία και πρώτα απ' όλα την θεωρία που συχνά κηρύσσεται από τους οικονομολόγους -τη θεωρία του καταμερισμού της εργασίας- που πρόκειται να εξετάσουμε στο επόμενο κεφάλαιο.